Για τους ανορεκτικούς Αμερικανούς η είδηση πρέπει να ήταν αδιάφορη -για όλους τους άλλους, όχι: περίπου 50 εκατομμύρια συμπολίτες τους θέλουν αλλά δεν έχουν να φάνε.
Εθελοντές μοιράζουν φαγητό σε πεινασμένους Αμερικάνους ακόμα και μπροστά στο Καπιτώλιο. Δυστυχώς, το 1/4 των 50.000.000 υποσιτιζόμενων δεν διαθέτει ούτε καν κάρτα για τα συσσίτια. Είναι μια θλιβερή πραγματικότητα που περιγράφεται από το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας (USDA), το αρμόδιο για την κυβερνητική αγροτική πολιτική και τη διατροφική επάρκεια στη χώρα. Την περασμένη εβδομάδα, το USDA δημοσιοποίησε την ετήσια έκθεση «διατροφικής ασφάλειας», αναφέροντας ότι το πρόβλημα του υποσιτισμού στις ΗΠΑ βελτιώθηκε, σταθεροποιούμενο σε σχέση με πέρυσι. Πρόκειται για μια δήλωση πολιτικού και κοινωνικού κατευνασμού, καθώς η πραγματικότητα είναι άλλη. Είναι ότι στο διάστημα 2000-2007 υποσιτιζόταν το 10 τοις εκατό των νοικοκυριών, ποσοστό που εκτινάχτηκε στο 15 τοις εκατό το 2008-2009. Με άλλα λόγια, δεν πρόκειται για σταθεροποίηση αλλά για επιδείνωση μιας κοινωνικής μιζέριας που είναι στην πραγματικότητα χειρότερη από εκείνη των στατιστικών. Είναι η πραγματικότητα ότι 17,4 εκατομμύρια οικογένειες υποσιτίζονται, κι από αυτές το ένα τέταρτο δεν έχει καν δελτίο συσσιτίων.
Αν είναι κακό να πεινάνε τόσοι άνθρωποι, είναι χειρότερο να πεινάνε ενώ γύρω τους στήνεται τσιμπούσι κοινωνικών ανισοτήτων και διακρίσεων. Οι περισσότεροι υποσιτιζόμενοι ανήκουν σε αστικά νοικοκυριά αφροαμερικανών, ισπανόφωνων και μονογονεϊκών οικογενειών με χαμηλά εισοδήματα. Αντίθετα, το υπόλοιπο 82 τοις εκατό των νοικοκυριών που τρώει από καλά έως πολύ καλά, το 2009 έφαγε καλύτερα ξοδεύοντας για φαγητό 33 τοις εκατό περισσότερο απ' ό,τι το 2008. Γι' αυτό γράφτηκε ότι «η κυρίαρχη τάξη στις ΗΠΑ δημιουργεί συνθήκες κοινωνικής έκρηξης τέτοιας έντασης που ούτε οι πολιτικοί, ούτε οι συνδικαλιστές, ούτε τα ΜΜΕ θα μπορέσουν να ελέγξουν». Κι αν τα 50 εκατομμύρια των πεινασμένων δεν επαρκούν για κοινωνική έκρηξη, υπάρχουν και οι άνεργοι που αυξήθηκαν από 9 σε 14 εκατομμύρια το 2009, και -το σπουδαιότερο- υπάρχει μια κυβέρνηση που κάνει ό,τι μπορεί για να χειροτερέψει την κατάσταση.
Και δεν το κάνει από άγνοια ή από κακό σχεδιασμό, αλλά από πολιτική επιλογή. Την περασμένη Δευτέρα ξεκίνησε η τελευταία, μεταβατική σύνοδος του κογκρέσου (που αλλάζει σύνθεση στις 30 Νοεμβρίου, συμμορφούμενο προς τα πρόσφατα αποτελέσματα των ενδιάμεσων εκλογών), με βασικό θέμα όχι την πείνα των πολιτών, αλλά «την πείνα των πλουσίων για περισσότερο χρήμα». Συγκεκριμένα, θα συζητηθεί η συνέχιση της φοροαπαλλαγής των μεγάλων εισοδημάτων (αυτού του 2 τοις εκατό της οικονομικής αριστοκρατίας στις ΗΠΑ) που είχε επιβάλει η κυβέρνηση Μπους. Ετσι, το Δημόσιο θα χάνει 70 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, ποσό μεγαλύτερο από το αθροισμένο κόστος των συσσιτίων σε όλη τη χώρα. Την ίδια στιγμή, προδιαγράφεται νέα περικοπή των συσσιτίων, των επιδομάτων ανεργίας και των μισθών. Στοχεύοντας στη διατήρηση της εύπορης μεσοαστικής πελατείας του, το Δημοκρατικό Κόμμα σχεδιάζει έτσι να δημιουργήσει θέσεις εργασίας χαμηλών απαιτήσεων -«εργάτες ναυπηγείων για να φτιάχνουν τα γιοτ των πλουσίων και των σερίφηδων που κάνουν εξώσεις σε εκατομμύρια Αμερικανών με άδειες τσέπες».
Η προοδευτική Αμερική μιλάει για ταξικό πόλεμο σε εξέλιξη στις ΗΠΑ. Και θυμάται τη ρήση του Μποτλέρ, ότι ο διάβολος νικά όταν καταφέρει να πείσει ότι δεν υπάρχει. «Οι οικονομικές ελίτ» σημειώνει το δίκτυο CounterPunch, «θα νικήσουν στον ταξικό πόλεμο αρκεί οι ψηφοφόροι να πιστέψουν ότι τέτοιος πόλεμος δεν υφίσταται, κι ότι η μονιμοποίηση της κρίσης δεν θα τους οδηγήσει σε μόνιμη δουλεία». Λόγια που ανοίγουν την όρεξη των πεινασμένων.