Από τις μεγάλες συναυλίες του πολιτικού τραγουδιού με χαρακτήρα διαδήλωσης διαμαρτυρίας, ως την επικράτηση της κουλτούρας του σκυλάδικου με χαρακτήρα επιδεικτικού υπερκαταναλωτισμού και από τη μετάβαση από τη συλλογική αντίληψη της στρατευμένης τέχνης, ως την ατομική συνείδηση της τέχνης της διασκέδασης,
το τραγούδι στα σαράντα χρόνια Μεταπολίτευσης έχει ακολουθήσει την κοινωνική και πολιτική πορεία της χώρας, εκφράζοντας ανά περίοδο τα επιτεύγματα και τις δεινοπάθειες της πορείας αυτής. Ας θυμηθούμε τα γεγονότα που χαρακτήρισαν την μεταπολιτευτική μουσική σκηνή και ας αναλύσουμε την πορεία από τα τραγούδια της λευτεριάς στα σκυλάδικα της δηθενιάς.
Τα τραγούδια της λευτεριάς
«Δώστε τη χούντα στο λαό», φωνάζει ο κόσμος που αναπνέει αέρα ελευθερίας, μετά από επτά χρόνια κατά τα οποία η εγχώρια πνευματική και καλλιτεχνική αναζήτηση και δημιουργία είχε κατασταλεί με τρόπο ανάλογο της καταστολής των πολιτικών ελευθεριών, μόλις ο Μίκης Θεοδωράκης τραγουδήσει το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου «Όταν σφίγγουν το χέρι», στη θρυλική συναυλία που έγινε στο Στάδιο Καραϊσκάκη τον Ιούλιο του 1974, αμέσως μετά την πτώση του καθεστώτος.

Η δεύτερη νομιμοποίηση του ρεμπέτικου Χαρακτηριστικό των δεκαετιών του ’70 και του ’80 είναι η εκ νέου νομιμοποίηση και προσπάθεια αναβίωσης του ρεμπέτικου από σύγχρονους τραγουδιστές που ξαναφέρνουν στην επικαιρότητα το κλασικό ρεπερτόριο, αλλά επενδύουν και στη δημιουργία μιας σύγχρονης μορφής του προσαρμοσμένης στην ταυτότητα της νεωτερικής κουλτούρας που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται.
Το πάρτυ αποκατάστασης της διασκέδασης
Εννέα χρόνια ακριβώς μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, στις 25 Ιούλιου του 1983,  αποκαθίσταται οριστικά και αμετάκλητα η άτυπη συλλογική αυτολογοκρισία στη διασκέδαση και η ενοχή για την ευδαιμονία, με το Πάρτυ στη Βουλιαγμένη.

Με τη ροκ μουσική να εισάγεται μεν από το 1950 στην Ελλάδα, αλλά να αποτελεί άκουσμα για ένα κλειστό προοδευτικό κύκλο που απορρίπτει εν γένει την ελληνική μουσική παραγωγή και παράδοση, το είδος αντιμετωπίστηκε τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια με επιφύλαξη καθώς θεωρήθηκε αφενός αντιλαϊκό, αφετέρου φιλο-δυτικό.

Ζήτω το ελληνικό… έντεχνο τραγούδι
Ήταν μόνο 19 εκπομπές, αλλά ήταν αρκετές για να αναδείξουν τη νέα ποιοτική μουσική σκηνή των μέσων της δεκαετίας του ’80. Ο Διονύσης Σαββόπουλος μέσα από την εκπομπή Ζήτω το Ελληνικό Τραγούδι, που παρουσίαζε στην κρατική τηλεόραση τις τηλεοπτικές σεζόν 1986-1987 κατάφερε να αναδείξει νέους καλλιτέχνες και δημιουργούς που έκαναν τα πρώτα τους βήματα αλλά και ήδη καταξιωμένους καλλιτέχνες και μέσα από την ιδιαίτερη προσωπικότητα του βρήκε τον τρόπο να παντρέψει το έντεχνο με το ροκ και το παραδοσιακό με το λαϊκό προτείνοντας υβριδιακές μίξεις που θα δημιουργούσαν νέα ρεύματα στη μεταπολιτευτική μουσική.

Όλα τα μωρά στην πίστα
Υπήρχαν από τη δεκαετία του ’30 και επί το πλείστον λειτουργούσαν ως μπαρ-κονσομασιόν, όπου ο πελάτης πλήρωνε ένα φιξ ποσό για ένα κακής ποιότητας ποτό, ένα ακόμα πιο κακής ποιότητας πιάτο φαγητό και τη συντροφιά κάποιας wanna be λαϊκής καλλιτέχνιδας. Τα σκυλάδικα επανήλθαν δυναμικά στο προσκήνιο από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 καθρεφτίζοντας σε μεγάλο βαθμό την κουλτούρα του νεοέλληνα, όπως αυτή διαμορφώθηκε από τη Μεταπολίτευση και ύστερα. Ανοιγμένες σαμπάνιες θυσία στα πόδια δευτεροκλασάτων τραγουδιστριών τύπου barbie, μπουκάλια με ουίσκι, υπερμεγέθη πούρα, σπασμένα πιάτα και δίσκοι με γαρύφαλλα, τσιφτετέλι πάνω στα τραπέζια, υπό τους ήχους εύπεπτων καψουροτράγουδων με θέμα τον υπέρτατο έρωτα, το μέχρι τρέλας πάθος, την αμαρτία, το χρήμα, τη δόξα και τη νύχτα που όλα επιτρέπονται, συνθέτουν το σκηνικό της νεοελληνικής λαϊκής διασκέδασης.
Σε πολιτική αναλογία, η άνοδος του ΠΑΣΟΚ και οι κοινωνικές παροχές της πρώτης τετραετίας μεταφράζονται από τον μέσο Έλληνα ως ευκαιρία για ευδαιμονία που εκδηλώνεται με την καταναλωτκή επιδειξιομανία σε όλους τους τομείς. Το να «τα σπας» στα μπουζούκια σε κάνει μέρος της κοινωνίας της ευμάρειας, προσδίδοντας στο υποκείμενο την ταυτότητα της κοινωνικής ανόδου, που λόγω της πολυτάραχης σύγχρονης ελληνικής ιστορίας έμεινε καταπιεσμένη επί πολλά χρόνια. Η ηγεσία  του σοσιαλιστικού κόμματος θα προπαγανδίσει την κουλτούρα της πίστας. Ποιός ξεχνάει “αλλωστε, τον Ανδρέα Παπανδρέου να χορεύει το «Αυτός ο άνθρωπος» ερμηνευμένο από τη Ρίτα Σακελαρίου, τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο να κάνει πολιτικές δηλώσεις εξερχόμενος από τα Αστέρια, αλλά και τον μετέπειτα πρωθυποργό Γιώργο Παπανδρέου να βαδίζει στα χορευτικά βήματα του πατέρα του;

Ξεκίνησαν τα ριάλιτι να εκμηδενίζουν την τέχνη και την μουσική και να την κάνουν κονσέρβα στα λυσσασμένα σκυλιά της showbiz και του συστήματος.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα της σύγχρονης πλέον κοινωνικοπολιτικής μας κατάστασης είναι και η μουσική…
Αμερικάνικα πρότυπα, μαριονέτες και ηλεκτρονικός ήχος είναι η βασική πηγή έμπνευσης πλέον από τους δημιουργούς. Δεδομένου η διαφθορά και το χαμηλό πνευματικό επίπεδο των σύγχρονων νεοελλήνων η τέχνη έφτασε στην κορύφωση της βιομηχανίας παράγοντας κακό ήχο μέσα από υπολογιστές και αρπαχτές των μουσικών για γρήγορο χρήμα,  πρόχειρο έως ανόητο στίχο,  και μπερδεμένες σκηνικές παρουσίες που θυμίζουν κάτι από τα τέρατα και τις  μάγισσες που μας τρόμαζαν όταν ήμασταν παιδάκια…

[youtube_sc url=»https://www.youtube.com/watch?v=OVohPmcOunI»]
Κλείνω με ένα πικρό χαμόγελο και με την βαθιά ανησυχία…