Από τους λογοτέχνες του 12ου αιώνα ως τον ραδιενεργό «Γκοτζίλα» και τα κόμικς, οι σεισμοί, τα τσουνάμι και οι ατομικές βόμβες συνεχίζουν να «χτυπούν» τους Ιάπωνες πολλά χρόνια μετά την αρχική εκδήλωσή τους
Μετά το 1945 και τις πυρηνικές επιθέσεις των ΗΠΑ στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι στο ήδη ανήσυχο συλλογικό ασυνείδητο των Ιαπώνων προστέθηκε και ο φόβος που εμπνέει η ρύπανση από ραδιενέργεια. Αυτό αποτυπώθηκε τόσο σε μάνγκα, όπως το «Τζεν Χιροσίμα», όσο και σε μια ταινία που έμελλε να γίνει θρυλική: λιγότερο από 10 χρόνια μετά τον πυρηνικό όλεθρο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1954, έκανε την εμφάνισή του ο «Γκοτζίλα». Η γιγαντιαία σαύρα που γεννήθηκε από πυρηνικά πειράματα των Αμερικανών και έσπερνε τον όλεθρο στους δρόμους του Τόκιο, «κόβοντας» παράλληλα εκατοντάδες χιλιάδες εισιτήρια, δημιούργησε ολόκληρη σχολή ταινιών με τέρατα του είδους.
Σε αντίθεση όμως με άλλους λαούς, στην Ιαπωνία οι κατακλυσμιαίες θεομηνίες δεν εμπνέουν μόνο σκηνοθέτες ή συγγραφείς της παραλογοτεχνίας, αλλά ακόμη και νομπελίστες λογοτέχνες, όπως ο Κενζαμπούρο Οε και ο βραβευμένος σκηνοθέτης και αναμφισβήτητος «πατριάρχης» των ιαπωνικών κόμικς Χαγιάο Μιγιαζάκι. Με μια διαφορά: στα έργα αυτών των δύο ο άνθρωπος και η φύση τελικά συνυπάρχουν σε αρμονία παρά τις εκρήξεις της τελευταίας. Ενώ οι περισσότεροι ομότεχνοί τους που ασχολούνται με τον μετα-αποκαλυπτικό κόσμο προτιμούν να προβάλλουν την καταστροφή σε κλίμακες που φθάνουν ως την ίδια την εξαφάνιση της χώρας.
Με τον εύγλωττο τίτλο «Η Ιαπωνία βυθίζεται» ο συγγραφέας βιβλίων επιστημονικής φαντασίας Σάκιο Κομάτσου δημιούργησε το 1973 ένα έργο απόλυτης καταστροφής, όπου σεισμοί, ηφαιστειακές εκρήξεις και τσουνάμι μετατρέπουν την Ιαπωνία σε συντρίμμια. Η επιτυχία ήταν τέτοια που τον επόμενο χρόνο το βιβλίο γυρίστηκε σε ταινία με μερικές από τις πλέον ρεαλιστικές σκηνές καταστροφής. Και σαν για να μην ξεχαστεί ο εφιάλτης ενός τέτοιου ενδεχομένου, το 2006 προβλήθηκε και το ριμέικ της ήδη «κλασικής» ταινίας. Στην οθόνη, είτε του σινεμά, είτε της τηλεόρασης, είτε των βιντεογκέιμ, η Ιαπωνία γίνεται χίλια κομμάτια.