https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJvaEY_xA9P4w0pNB4u5WjtbGLfKIv0q4VkXF1P3D3Z-L6z5RpOPg2k5XzZ4SW8aXYLTtz9rqwMWUqHMp2kOtrIZvazEt6GU_LEVqRI6bYPLCHJQvQuqv4RNRpbogTvDZFXkwOvP0NtRs/s246/The_biggest_Greek_flag_in_the_World_720p_-Segment_.gif

Tuesday, March 15, 2011

Σεξουαλικές Διαταραχές & Διαταραχές της Ταυτότητας Φύλου



Οί Σεξουαλικές Διαταραχές διακρίνονται στις Σεξουαλικές Δυσλειτουργίες και στις Παραφιλίες (ή Σεξουαλικές Παρεκκλίσεις).
Οί Σεξουαλικές Δυσλειτουργίες χαρακτηρίζονται από διαταραχή στη σεξουαλική λειτουργία. Οί Παραφιλίες χαρακτηρίζονται από διαταραχή του σεξουαλικού σκοπού ή στόχου. Η διαφορά επομένως συνίσταται στο ότι ενώ στις παρεκκλίσεις υπάρχει καλή και ευχάριστη σεξουαλική λειτουργικότητα, στις δυσλειτουργίες η λειτουργικότητα είναι διαταραγμένη.



Οί Σεξουαλικές Δυσλειτουργίες είναι διαταραχές που δεν επιτρέπουν σ' ένα άτομο τη σεξουαλική ευχαρίστηση ή μερικές φορές ακόμη και την οποιαδήποτε σεξουαλική επαφή. Συνήθως αφορούν αναστολές φυσιολογικών αντιδράσεων -δηλαδή της φλεβικής διόγκωσης των σεξουαλικών οργάνων, της οργασμικής αντίδρασης ή και των δύο - που κάνουν την εμπειρία της σεξουαλικής δραστηριότητας τελικά δυσάρεστη. Οί Σεξουαλικές Δυσλειτουργίες είναι κοινά φαινόμενα και απαντούν σε ειδικούς τύπους θεραπείας του σεξ ή σε συνδυασμό θεραπείας του σεξ και αποκαλυπτικής ψυχαναλυτικής ψυχοθεραπείας.
Στο άτομο με Σεξουαλική Παρέκκλιση το σεξουαλικό αντικείμενο προτίμησης του διαφέρει από το συνηθισμένο. Έτσι, το παραφιλικό άτομο διεγείρεται από ερεθίσματα που δεν ερεθίζουν τα πιο πολλά άτομα - π.χ. ένα παιδί, ένα ζώο ή ένα παπούτσι ή μπορεί να ερεθίζεται μόνον όταν έχει αισθήματα υποδούλωσης, όταν τιμωρείται, μόνο βλέποντας ή όταν επιδεικνύει τα γεννητικά του όργανα ή όταν προκαλεί πόνο στους άλλους. Η διέγερση όμως και ο οργασμός είναι φυσιολογικοί και οδηγούν το άτομο σε σεξουαλική ευχαρίστηση. Οί σεξουαλικές παρεκκλίσεις θεραπεύονται με ορισμένα είδη θεραπείας συμπεριφοράς και με αποκαλυπτική ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία.
Οί Διαταραχές της Ταυτότητας Φύλου (δηλ. ο Τρανσεξουαλισμός) χαρακτηρίζονται από έντονη και επίμονη δυσφορία του ατόμου για το ανατομικό (βιολογικό) φύλο του και έντονη και επίμονη επιθυμία να γίνει μέλος του αντίθετου φύλου. Η θεραπευτική προσέγγιση σ' αυτές είναι χειρουργική, ψυχοθεραπευτική ή συνδυασμός.
Άτομα με Σεξουαλικές Δυσλειτουργίες θα συναντήσει κανείς σε οποιοδήποτε φορέα και αν εξασκεί την επιστήμη του και κατά πάσα πιθανότητα θα συναντήσει και άτομα με Παραφιλίες (ενώ είναι λιγότερο πιθανό να συναντήσει άτομα με Διαταραχή της Ταυτότητας Φύλου). Η ευαισθησία και η δεκτικότητα του κλινικού σε τέτοιου είδους θέματα και η ενημέρωση του στη δυνατότητα θεραπείας τέτοιου είδους διαταραχών αποτελούν βασική προϋπόθεση για να βοηθηθούν άνθρωποι, που πολλές φορές είναι μπερδεμένοι και νιώθουν ντροπή για προβλήματα που δεν καταλαβαίνουν.

Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ
Για να αξιολογήσουμε τη σεξουαλική λειτουργικότητα του εξεταζόμενου ατόμου θα πρέπει να γνωρίζουμε τον φυσιολογικό κύκλο των σεξουαλικών αντιδράσεων του ανθρώπου. Πολλά εγχειρίδια (π.χ. Masters & Johnson 1966, Kaplan 1974) έχουν θαυμάσιες λεπτομερείς περιγραφές αυτού του κύκλου. Παρακάτω παραθέτουμε μια απλή εισαγωγική ανασκόπηση:
Τα σεξουαλικά ερεθίσματα προκαλούν χαρακτηριστικές αντιδράσεις σε άντρες και γυναίκες και ολόκληρος ο κύκλος θα μπορούσε να χωριστεί σε τέσσερις φάσεις. Οί φάσεις αυτές έχουν περιγραφεί από τους Masters & Johnson στην ερευνά τους πάνω στην ανθρώπινη σεξουαλικότητα και έχουν αποδειχθεί χρήσιμες για τους κλινικούς για την κατανόηση της φυσιολογικής και της διαταραγμένης σεξουαλικής λειτουργικότητας.
Οί τέσσερις φάσεις του κύκλου της σεξουαλικής απάντησης
Φάση Ι - Διέγερση Φάση III - Οργασμός
Φάση II - Πλατώ Φάση IV - Λύση
Φάση Ι: Διέγερση. Σεξουαλική διέγερση επιτυγχάνεται με ψυχολογικά ερεθίσματα (μέσω φαντασιώσεων ή με την παρουσία ενός επιθυμητού προσώπου) ή μπορεί να επιτευχθεί με σωματικά ερεθίσματα (π.χ. φιλιά, χάδια). Η διέγερση χαρακτηρίζεται από σεξουαλική ευχαρίστηση και από διόγκωση του πέους (λόγω φλεβικής συμφόρησης) και στύση στους άντρες και από λίπανση και διάταση του κόλπου στις γυναίκες. Η διέγερση μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε 10 ως 30 δευτερόλεπτα από τη στιγμή που άρχισε το ερέθισμα και μπορεί να διαρκέσει από λεπτά μέχρι και ώρες. Μια άλλη φυσιολογική αντίδραση αυτής της φάσης είναι και η στύση της θηλής του μαστού, πιο πολύ στις γυναίκες παρά στους άντρες. Στις γυναίκες, επίσης, παρατηρείται εξοίδηση των μικρών χειλέων του αιδοίου, φλεβική συμφόρηση της πυέλου και στύση της κλειτορίδας λόγω διόγκωσης των φλεβών.
Φάση Π: Πλατώ. Εφόσον συνεχίζουν τα σεξουαλικά ερεθίσματα, το άτομο φθάνει στον ουδό του οργασμού, μέσα από παραπέρα φυσιολογικές μεταβολές και αύξηση της σεξουαλικής έντασης και ευχαρίστησης και στους άντρες και στις γυναίκες. Στις γυναίκες, ο κόλπος συσφίγγεται στο εξωτερικό του ένα τρίτο (η οργάσμική πλατφόρμα - δημιουργείται από την αύξηση της τάσης των ηβοκοκκυγικών μυών και τη φλεβική στάση) και επιμηκύνεται και διευρύνεται στα εσωτερικά του δύο τρίτα, ενώ η κλειτορίδα ανυψώνεται και έλκεται πίσω από την ηβική σύμφυ ση. Το μέγεθος των μαστών μεγαλώνει και τα μικρά χείλη του αιδοίου γίνονται βαθυκόκκινα λόγω διόγκωσης των φλεβών. Στους άντρες, οί όρχεις μεγαλώνουν (μέχρι και 50 τοις εκατό) και ανυψώνονται προς τον κορμό, καθώς το όσχεο τεντώνεται και ανυψώνεται. Σ' αυτό το σημείο δύο ή τρεις σταγόνες βλεννώδους υγρού που μπορεί να περιέχουν βιώσιμο σπέρμα εκκρίνονται από το πέος, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει σε εγκυμοσύνη αν γίνει συνουσία, ανεξάρτητα από το αν ο άντρας τραβηχτεί πριν από τον οργασμό του. Και στα δύο φύλα ο καρδιακός ρυθμός αυξάνεται, η αναπνοή γίνεται πιο γρήγορη, πολλές φορές παρατηρείται μια αύξηση της αρτηριακής πίεσης και εκούσιες συσπάσεις των μεγάλων σκελετικών μυών. Αυτή η προοργασμική φάση είναι βραχεία και διαρκεί από μισό μέχρι και τρία λεπτά.
Φάση III: Οργασμός. Καθώς η σεξουαλική ένταση και ευχαρίστηση αυξάνει, συνήθως τελικά κορυφώνεται και καταλήγει σε οργασμό. Αυτός βιώνεται σαν έντονη ευχαρίστηση και απελευθέρωση της σεξουαλικής έντασης και χαρακτηρίζεται από ρυθμικές συσπάσεις των περινεϊκών μυών και των πυελικών αναπαραγωγικών οργάνων. Στους άντρες πρώτα υπάρχει η αίσθηση της αναπόφευκτης εκσπερμάτισης καθώς οί όρχεις, ο προστάτης και οί σπερματοδόχες κύστες συσπώνται και σπέρμα και σπερματικό υγρό προωθούνται προς την ουρήθρα. Αμέσως μετά, τρεις με επτά συσπάσεις της ουρήθρας και των μυών του πέους εκδιώκουν το σπερματικό υγρό με δύναμη δια μέσου της ουρήθρας έξω από το πέος. Στης γυναίκες ο οργασμός συνίσταται σε τρεις μέχρι δεκαπέντε ακούσιες συσπάσεις του κάτω τριτημορίου του κόλπου και δυνατές συσπάσεις της μήτρας (που δεν γίνονται πάντοτε αντιληπτές). Συσπώνται επίσης ακούσια και στους άντρες και στις γυναίκες οί εσωτερικοί και εξωτερικοί πρωκτικοί σφιγκτήρες. Στην κορύφωση του οργασμού και στα δύο φύλα οί μυϊκές συσπάσεις που αναφέραμε παραπάνω γίνονται με μεσοδιαστήματα 0.8 δευτερολέπτων και ο οργασμός διαρκεί συνήθως από 3 μέχρι 15 δευτερόλεπτα. Άλλες εκδηλώσεις του οργασμού συχνά είναι εκούσιες και ακούσιες κινήσεις μεγάλων μυϊκών ομάδων (π.χ. κινήσεις της πυέλου, έκταση χεριών και ποδιών), γκριμάτσες του προσώπου και μυϊκοί σπασμοί. Η αρτηριακή πίεση αυξάνει μέχρι και 80 mm η συστολική και 40 mm η διαστολική, ενώ οί καρδιακοί παλμοί μπορεί να φθάσουν τους 180 ανά λεπτό και οί αναπνοές μέχρι 40 το λεπτό. Μερικά άτομα παρουσιάζουν κάτι σαν «σεξουαλικό αναψοκοκκίνισμα», δηλαδή κοκκινίλα διαφόρων περιοχών του δέρματος σ' ολόκληρο το σώμα, το οποίο όμως εξαφανίζεται μέσα σε λίγα λεπτά μετά από τον οργασμό.
Φάση IV: Λύση. Μετά από τον οργασμό, η φάση της λύσης επαναφέρει το σώμα στην κατάσταση ηρεμίας, πράγμα που επιτυγχάνεται με τη σταδιακή απομάκρυνση του αίματος από τα γεννητικά όργανα και την επιστροφή τους στο μέγεθος που έχουν σε κατάσταση ηρεμίας. Αν ο οργασμός συντελεσθεί, η λύση είναι γρήγορη και μπορεί να διαρκέσει μόνο 10 ως 15 λεπτά. Αν όμως δεν συμβεί οργασμός, η λύση μπορεί να διαρκέσει δύο με έξι ώρες (σε ορισμένες περιπτώσεις μέχρι και μια μέρα) και μπορεί να συνοδεύεται από πυελική δυσφορία. Η λύση μετά τον οργασμό χαρακτηρίζεται από αίσθηση γενικής χαλάρωσης και ευεξίας και από μυϊκή χαλάρωση. Για τους άντρες, μετά από τον οργασμό, υπάρχει μια ανερέθιστη περίοδος κατά την οποία δεν μπορούν να διεγερθούν για έναν άλλον οργασμό. Αυτή μπορεί να διαρκέσει από αρκετά λεπτά μέχρι πολλές ώρες. Δεν υπάρχει τέτοιου είδους ανερέθιστη περίοδος στις γυναίκες, που μπορούν να έχουν πολλαπλούς διαδοχικούς οργασμούς.
Σεξουαλική απάντηση στη γυναίκα
Οί πιό πολλές γυναίκες εκτός από τις παραπάνω έχουν και ορισμένες άλλες σωματικές αντιδράσεις. Ο γυναικείος κόλπος διευρύνεται κατά την σεξουαλική διέγερση και φυσιολογικά προσαρμόζεται στο μέγεθος του πέους. Ενώ επιτυγχάνεται λίπανση εσωτερικά, το εξωτερικό μέρος του αιδοίου λιπαίνεται με τη βοήθεια του χεριού ή με την επαναλαμβανόμενη εισχώρηση του πέους. Κατά τον οργασμό, οί γυναίκες έχουν την τάση να αυξάνουν τις πυελικές κινήσεις, ενώ οί κινήσεις διείσδυσης των αντρών σταματούν. Ο γυναικείος οργασμός φαίνεται να ξεκινά με ερεθισμό της κλειτορίδας, είτε απ' ευθείας όπως στον αυνανισμό είτε έμμεσα όπως με τις διεισδύσεις του πέους που προκαλεί έλξη στα μικρά χείλη του αιδοίου με αποτέλεσμα τον ερεθισμό της προσκείμενης σ' αυτά κλειτορίδας. Επομένως, ο γυναικείος οργασμός αρχίζει με ερεθισμό της κλειτορίδας και εκδηλώνεται με συσπάσεις του κόλπου.
Σεξουαλική απάντηση στον άντρα
Οί άντρες δεν μπορούν να έχουν συνουσία χωρίς προηγουμένως να έχουν στύση τέτοια που να επιτρέπει τη διείσδυση του πέους στον κόλπο. Εφόσον επιτευχθεί η στύση, συνήθως υπάρχουν διακυμάνσεις στο μέγεθος του πέους, ιδιαίτερα αν η φάση της διέγερσης παρατείνεται. Αυτό είναι μια φυσική αντίδραση και δεν υπάρχει θέμα ανησυχίας για τη σεξουαλική ικανότητα.
Οί άντρες βιώνουν δύο στάδια στον οργασμό. Το πρώτο είναι η στιγμή της αναπόφευκτης εκσπερμάτωσης, όταν οί όρχεις, ο προστάτης και οί σπερματοδόχες κύστες εξωθούν το σπέρμα και το σπερματικό υγρό στην ουρήθρα. Ο άντρας «αισθάνεται την εκσπερμάτωση να έρχεται» και σ' αυτό το σημείο δεν μπορεί πια να διακόψει εκούσια αυτή τη διαδικασία. Το δεύτερο στάδιο είναι αυτό της εκσπερμάτισης όπου το σπέρμα εξωθείται με δύναμη έξω από το πέος δια μέσου της ουρήθρας. Κατά τη στιγμή του οργασμού ο άντρας έχει την τάση να σταματά κάθε κίνηση διείσδυσης και να κρατά το πέος σε βαθιά διείσδυση.
Σεξουαλικότητα και γηρατειά
Μερικές από τις πιο συνηθισμένες ανακρίβειες γύρω από την ανθρώπινη σεξουαλικότητα σχετίζονται με τη διεργασία της γήρανσης. Καθώς στην κοινωνία μας ο αριθμός των ατόμων με ηλικία πάνω από 65 συνεχώς μεγαλώνει, η προσοχή πολλών έχει στραφεί στη διερεύνηση όλων των πτυχών της ζωής των ηλικιωμένων, συμπεριλαμβανόμενης και της σεξουαλικότητας τους. Μετά τη μέση ηλικία υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στα διάφορα άτομα ως προς την ικανότητα και το ενδιαφέρον τους για μια ενεργό σεξουαλική ζωή. Η φυσική υγεία οπωσδήποτε είναι σημαντική, αλλά, εκτός από μια σοβαρή σωματική ασθένεια, άλλοι παράγοντες φαίνονται να παίζουν σπουδαιότερο ρόλο για τη σεξουαλική ζωή σ' αυτή την ηλικία, και οπωσδήποτε η ύπαρξη σεξουαλικού συντρόφου. Επίσης, άτομα που νωρίτερα είχαν ενεργό σεξουαλική ζωή είναι πιο πιθανό να παραμείνουν το ίδιο ενεργά και αργότερα, όπως και τα άτομα που το περιβάλλον τους αποδέχεται τη σεξουαλικότητα τους.
Βέβαια, με την πρόοδο της ηλικίας συμβαίνουν ορισμένες μεταβολές στη σεξουαλική απαντητικότητα του ατόμου. Σε ηλικιωμένες γυναίκες η απαντητικότητα των αιμοφόρων αγγείων μειώνεται και υπάρχει μια μείωση της ελαστικότητας και της εκκριτικής ικανότητας του κόλπου. Οί γυναίκες, όμως, που συνεχίζουν να κάνουν τακτικά έρωτα μπορούν να ελαχιστοποιήσουν αυτές τις μεταβολές και λειτουργούν ικανοποιητικά. Οί ηλικιωμένοι άντρες χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να επιτύχουν στύση, όμως, αν και αυτή μπορεί να μην είναι πλήρης, εν τούτοις είναι αρκετή ώστε το πέος να εισέλθει στον κόλπο. Η δύναμη με την οποία εκτοξεύεται το σπέρμα κατά την εκσπερμάτωση είναι επίσης μειωμένη, η ανερέθιστη περίοδος μεταξύ οργασμών μεγαλώνει και οπωσδήποτε χρειάζονται περισσότερα ερεθίσματα για να επιτευχθεί στύση. Η φάση της διέγερσης, όμως, επιμηκύνεται με την πρόοδο της ηλικίας και έτσι η ευχαρίστηση αυξάνει. Στους άντρες η δυσκολία στύσης είναι η μόνη δυσλειτουργία που συσχετίζεται με την πρόοδο της ηλικίας. Η παραπάνω δυσλειτουργία, όμως, πολλές φορές μπορεί να είναι και ψυχογενής και μπορεί να θεραπευθεί (βλ. παρακάτω). Σε κάποιες, βέβαια, περιπτώσεις η δυσκολία στύσης οφείλεται σε παθήσεις, όπως νευρολογικές ή αγγειακές διαταραχές.
Το σεξουαλικό ενδιαφέρον και η σεξουαλική δραστηριότητα είναι ο κανόνας κι όχι η εξαίρεση για τις δεκαετίες των πενήντα και των εξήντα, ενώ ορισμένα άτομα συνεχίζουν να είναι σεξουαλικά ενεργά και στα ογδόντα τους. Η συνεχής ή μεγάλη «χρήση» δεν εξαντλεί ούτε αχρηστεύει. Αντίθετα οί μελέτες δείχνουν ότι μια μακροχρόνια ενεργός σεξουαλική ζωή είναι θετικός προγνωστικός δείκτης για μια καλή σεξουαλική δραστηριότητα στα γηρατειά («Αν το χρησιμοποιείς, δεν το χάνεις»).
ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΕΣ ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ
Το βασικό χαρακτηριστικό είναι κάποια διαταραχή στις ψυχοφυσιολογικές διεργασίες που χαρακτηρίζουν τον κύκλο της σεξουαλικής απάντησης ή πόνος κατά τη συνουσία. Σημειώνουμε, ότι διακρίνονται οι εξής τέσσερις φάσεις στον κύκλο σεξουαλικής απάντησης: 1. «Επιθυμία», που συνίσταται σε φαντασιώσεις για σεξουαλική δραστηριότητα και την επιθυμία για σεξουαλική δράστηριότητα 2. Διέγερση 3. Οργασμός 4. Λύση (Η φάση της Διέγερσης εμπεριέχει τις φάσεις Διέγερση και Πλατώ της διαίρεσης των Masters &Johnson, που προαναφέραμε). Διαταραχές της σεξουαλικής απάντησης μπορούν να συμβούν σε μια ή περισσότερες από αυτές τις φάσεις.
Οί συχνότερες Σεξουαλικές Δυσλειτουργίες παρουσιάζονται παρακάτω . Όπως είναι φανερό όροι επιτιμητικοί όπως «ψυχρότητα» και «ανικανότητα» δεν χρησιμοποιούνται πια, καθώς ουσιαστικά είναι και ανακριβείς.
Τύποι Σεξουαλικής Δυσλειτουργίας
Διαταραχές της Σεξουαλικής Επιθυμίας
• Διαταραχή Υποτονικής Σεξουαλικής Επιθυμίας
• Διαταραχή Σεξουαλικής Αποστροφής
Διαταραχές της Σεξουαλικής Διέγερσης
• Διαταραχή της Σεξουαλικής Διέγερσης στη Γυναίκα
• Διαταραχή της Στύσης στον Άντρα
Διαταραχές του Οργασμού
• Διαταραχή του Οργασμού στη Γυναίκα
• Διαταραχή του Οργασμού στον Άντρα
• Πρόωρη Εκσπερμάτωση
Διαταραχές Σεξουαλικού Πόνου
• Δυσπαρευνία
• Κολεόσπασμος
Σεξουαλική Δυσλειτουργία Οφειλόμενη σε Γενική Ιατρική Κατάσταση Σεξουαλική Δυσλειτουργία Προκαλούμενη από Ουσίες Σεξουαλική Δυσλειτουργία Μη Προσδιοριζόμενη Αλλιώς
Διαταραχές της Σεξουαλικής Επιθυμίας
Διαταραχή Υποτονικής Σεξουαλικής Επιθυμίας
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Επίμονα ή επανειλημμένα ανεπαρκείς (ή απούσες) σεξουαλικές φαντασιώσεις και επιθυμία για σεξουαλική δραστηριότητα. Η κρίση για ανεπάρκεια ή απουσία γίνεται από τον κλινικό λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες που επηρεάζουν τη σεξουαλική λειτουργικότητα, όπως η ηλικία και το πλαίσιο ζωής του ατόμου.
Β. Η διαταραχή προκαλεί έντονη υποκειμενική ενόχληση ή δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Γ. Η σεξουαλική δυσλειτουργία δεν εξηγείται καλύτερα ως κάποια άλλη διαταραχή του Άξονα Ι (εκτός από μια άλλη Σεξουαλική Δυσλειτουργία) και δεν οφείλεται αποκλειστικά στα άμεσα φυσιολογικά αποτελέσματα της δράσης μιας ουσίας (π.χ. κάποια ουσία κατάχρησης, κάποιο φάρμακο) ή μιας γενικής ιατρικής κατάστασης.
Η ελαττωμένη (υποτονική) σεξουαλική επιθυμία μπορεί να περιλαμβάνει όλες τις καταστάσεις και όλες τις μορφές της σεξουαλικής έκφρασης ή μπορεί να αφορά μόνον έναν σύντροφο, μόνο τη συνουσία κι όχι τον αυνανισμό κ.ο.κ.
Συχνά η ελαττωμένη σεξουαλική επιθυμία συνδέεται με προβλήματα στη διέγερση ή στον οργασμό είτε πρωτοπαθώς είτε δευτεροπαθώς. Χρόνιες σωματικές νόσοι μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά τη σεξουαλική επιθυμία (με την αδυναμία, τον πόνο, τα προβλήματα με τη σωματική εικόνα (π.χ. ειλεοστομία, μαστεκτομή) ή τον φόβο του θανάτου), όπως και η κατάθλιψη.
Ο Ισόβιος Τύπος της διαταραχής αρχίζει στην εφηβεία. Πιο συχνός είναι ο Επίκτητος Τύπος που αρχίζει στην ενήλικη ζωή ύστερα από στρεσογόνες ή άλλες αιτίες, όπως π.χ. η υπερβολική εργασία, η έλλειψη ιδιωτικού χώρου, η έλλειψη ευκαιριών για σεξ, η έλλειψη εκπαίδευσης γύρω από το σεξ, τα θρησκευτικά ταμπού, η μακρόχρονη αποχή, η διαταραχή του σεξουαλικού προσανατολισμού ή ύστερα από έντονες διαπροσωπικές διαφορές με τον(την) σύντροφο. Ίσως αυστηρή ανατροφή και ενοχές γύρω από το σεξ συμβάλλουν στη δημιουργία του Ισόβιου Τύπου.
Διαταραχή Σεξουαλικής Αποστροφής
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Επίμονη ή επανειλημμένη ακραία αποστροφή και αποφυγή κάθε (ή σχεδόν κάθε) γεννητικής σεξουαλικής επαφής με ένα σεξουαλικό σύντροφο.
Β. Η διαταραχή προκαλεί έντονη υποκειμενική ενόχληση ή δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Γ. Η σεξουαλική δυσλειτουργία δεν εξηγείται καλύτερα ως κάποια άλλη διαταραχή του Άξονα Ι (εκτός από μία άλλη Σεξουαλική Δυσλειτουργία).
Η αποστροφή για τη σεξουαλική επαφή μπορεί να εστιάζεται σε κάποια συγκεκριμένη πλευρά της σεξουαλικής εμπειρίας (π.χ. στις εκκρίσεις των γεννητικών οργάνων, στην είσοδο του πέους στον κόλπο) ή να υπάρχει γενικευμένη αποστροφή και αηδία για κάθε σεξουαλικό ερέθισμα συμπεριλαμβανομένων των φιλιών, των χαδιών κτλ. Ορισμένα άτομα μπορεί να παθαίνουν ακόμα και Προσβολές Πανικού, αν βρεθούν αντιμέτωπα με μια σεξουαλική συγκυρία. Ορισμένοι ερευνητές πιστεύουν ότι τα άτομα με αυτή τη διαταραχή έχουν κακοποιηθεί σεξουαλικά στο παρελθόν.

Διαταραχές της Σεξουαλικής Διέγερσης Διαταραχή της Σεξουαλικής Διέγερσης στη Γυναίκα
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Επίμονη ή επανειλημμένη αδυναμία της γυναίκας να επιτύχει ή να διατηρήσει επαρκή απάντηση λίπανσης - εξοίδησης κατά τη σεξουαλική διέγερση μέχρι την ολοκλήρωση της σεξουαλικής δραστηριότητας.
Β. Η διαταραχή προκαλεί έντονη υποκειμενική ενόχληση ή δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Γ. Η σεξουαλική δυσλειτουργία δεν εξηγείται καλύτερα ως κάποια άλλη διαταραχή του Άξονα Ι (εκτός από μία άλλη Σεξουαλική Δυσλειτουργία) και δεν οφείλεται στα άμεσα φυσιολογικά αποτελέσματα της δράσης μιας ουσίας (π.χ. κάποια ουσία κατάχρησης, κάποιο φάρμακο) ή μιας γενικής ιατρικής κατάστασης
Ορισμένες γυναίκες που παρουσιάζουν τη διαταραχή αυτή μπορούν να χαρούν τις μη ερωτικές πλευρές της σεξουαλικής επαφής (π.χ. το χάδι, το πλησίασμα) παρά την έλλειψη σεξουαλικής απαντητικότητα. Παράγοντες που έχουν ενοχοποιηθεί γι' αυτή τη διαταραχή είναι η αυστηρή ανατροφή, το έντονο άγχος και εχθρότητα προς τους άντρες. Η διαταραχή μπορεί να οδηγήσει σε επώδυνη συνουσία και αποφυγή του σεξ.

Διαταραχή της Στύσης στον Άντρα
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Επίμονη ή επανειλημμένη αδυναμία ενός άντρα να επιτύχει ή να διατηρήσει επαρκή στύση μέχρι την ολοκλήρωση της σεξουαλικής δραστηριότητας.
Β. Η διαταραχή προκαλεί έντονη υποκειμενική ενόχληση ή δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Καθώς ένας μεγάλος βαθμός αυτοεκτίμησης του άντρα επενδύεται στην ικανότητα του για στύση, είναι φανερό ότι η διαταραχή αυτή είναι δυνητικά από τις πιο ταπεινωτικές για τον άντρα.
Βέβαια, όλη η διαταραχή είναι απλά το αποτέλεσμα της μη καλής λειτουργίας του αντανακλαστικού αγγειακού μηχανισμού που γεμίζει με αίμα τα σηραγγώδη σώματα του πέους και το κάνει σκληρό.
Πιθανόν περισσότερο από το μισό του αντρικού πληθυσμού έχει βιώσει περιστασιακά παροδικά επεισόδια διαταραχής της στύσης, που όμως θεωρούνται μέσα στα όρια της φυσιολογικής σεξουαλικής συμπεριφοράς. Μόνον, όταν, όπως προαναφέρθηκε, τα επεισόδια αυτά είναι επίμονα ή επανειλημμένα θεωρούμε ότι υπάρχει διαταραχή.
Όπως και οί άλλες, έτσι κι αυτή η διαταραχή μπορεί να είναι ισόβια (πρωτοπαθής), όταν το άτομο ποτέ δεν κατάφερε να έχει μια ικανοποιητική στύση για να ολοκληρώσει τη σεξουαλική πράξη ή επίκτητη (δευτεροπαθής), αν το άτομο λειτουργούσε καλά στο παρελθόν και από ένα σημείο και μετά εμφάνισε διαταραχή της στύσης. Επίσης, μπορεί να είναι γενικευμένη ή καταστασιακή. Συνήθως, το άτομο έχει στύση όταν αυνανίζεται ή αυτόματα (π.χ. το πρωί).
Οί ψυχολογικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαταραχή αυτή, χωρίς όμως να είναι εύκολο να εξειδικευθούν. 'Άλλα άτομα χάνουν τη στύση τους με κάποιον σύντροφο κι όχι με άλλον, άλλα τη χάνουν κατά την είσοδο στον κόλπο, άλλα τη χάνουν πριν μπουν στον κόλπο κι άλλα με τις πρώτες κινήσεις του πέους μέσα στον κόλπο, άλλα δεν πετυχαίνουν καν ικανοποιητική στύση για να μπουν στον κόλπο. Γενικά, κάποιας μορφής απειλή προκαλεί άγχος κι αυτό δημιουργεί τη διαταραχή. Οί πηγές όμως της απειλής και του άγχους δεν βρίσκονται εύκολα, αν και μπορεί να σχετίζονται με παιδικές εμπειρίες ή με τρέχουσες καταστάσεις (π.χ. δημιουργία αναπτυξιακά τιμωρητικού υπερεγώ ή αισθημάτων ανεπάρκειας, συγκρούσεις ανάμεσα σε αισθήματα στοργής και τις σεξουαλικές («βρώμικες») επιθυμίες προς τη γυναίκα, ηθικές αναστολές, θυμός προς τη σύντροφο κτλ.). Κοινό, πάντως, είναι το άγχος του ατόμου «να τα καταφέρει» ή να αποδώσει (στο οποίο απευθύνεται και η θεραπεία - βλ. παρακάτω). Δεν αποκλείεται να υπάρχει και κάποια βιολογική ευαλωτότητα στον αγγειακό μηχανισμό, που να προδιαθέτει στη διαταραχή της στύσης.
Η διαταραχή μπορεί να συνδυάζεται με Διαταραχή Υποτονικής Σεξουαλικής Επιθυμίας και με Πρόωρη Εκσπερμάτωση (οπότε μπορούν να μπουν και αυτές οί διαγνώσεις).

Διαταραχές του Οργασμού
Διαταραχή του Οργασμού στη Γυναίκα (πρώην Ανεσταλμένος Οργασμός στη Γυναίκα)
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Επίμονη ή επανειλημμένη καθυστέρηση ή απουσία οργασμού σε μια γυναίκα, ύστερα από μια φάση φυσιολογικής σεξουαλικής διέγερσης. Οί γυναίκες εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία στον τύπο ή την ένταση του ερεθισμού που προκαλεί οργασμό. Η διάγνωση της Διαταραχής Οργασμού στη Γυναίκα πρέπει να βασίζεται στην κρίση του κλινικού ότι η ικανότητα της γυναίκας να φθάσει σε οργασμό είναι μικρότερη από ότι θα ήταν λογικό για την ηλικία της, τη σεξουαλική εμπειρία της και την επάρκεια του σεξουαλικού ερεθισμού που δέχεται.
Β. Η διαταραχή προκαλεί έντονη υποκειμενική ενόχληση ή δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Και η διαταραχή αυτή (που λέγεται και ανοργασμία) μπορεί να είναι ισόβια ή επίκτητη, γενικευμένη ή καταστασιακή, οπότε με ορισμένους συντρόφους η γυναίκα μπορεί να έρχεται σε οργασμό. Επειδή ο ερεθισμός της κλειτορίδας με το πέος κατά τη συνουσία είναι πολύ ασθενέστερος απ' ότι με το χέρι, πολλές γυναίκες χρειάζονται και βοήθεια με το χέρι για να έρθουν σε οργασμό, χωρίς αυτό να θεωρείται υποχρεωτικά διαταραχή. Αν, όμως, δεν μπορούν να έρθουν ούτε με το χέρι (ούτε με άλλες έμμεσες τεχνικές), ούτε καν με αυνανισμό μόνες τους, τότε θεωρούμε ότι οπωσδήποτε υπάρχει διαταραχή. Ορισμένοι ψυχολογικοί παράγοντες, όπως φόβος απώλειας του ελέγχου, εσωτερική σύγκρουση και ενοχή για την ένταση των ερωτικών συναισθημάτων, εχθρότητα προς τον σύντροφο, φόβος εγκυμοσύνης ή απόρριψης από τον σύντροφο, μπορεί να συντελούν στην ανάπτυξη της διαταραχής αυτής.

Διαταραχή του Οργασμού στον Άντρα (πρώην Ανεσταλμένος Οργασμός στον Άντρα)
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Επίμονη ή επανειλημμένη καθυστέρηση ή απουσία οργασμού σε έναν άντρα, ύστερα από μια φάση φυσιολογικής σεξουαλικής διέγερσης, στη διάρκεια σεξουαλικής δραστηριότητας η οποία κρίνεται από τον κλινικό ότι είναι επαρκής ως προς την εστίαση, την ένταση και τη διάρκεια, λαμβανομένης υπόψη και της ηλικίας του ατόμου.
Β. Η διαταραχή προκαλεί έντονη υποκειμενική ενόχληση ή δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Πρόκειται για επιβράδυνση μέχρι απουσία της εκσπερμάτωσης στον άντρα, ενώ η στύση είναι συνήθως φυσιολογική. Μερικές φορές, η κατάσταση είναι τόσο σοβαρή, που το άτομο δεν μπορεί να εκσπερματίσει ούτε κατά τον αυνανισμό του.
Οί πιο συχνοί ψυχολογικοί παράγοντες που ενοχοποιούνται για τη Διαταραχή του Οργασμού στον Άντρα είναι η αυστηρή ανατροφή και η ενοχή για το σεξ που αυτή δημιουργεί, η αντίληψη ότι το σεξ είναι αμαρτία και ότι τα γεννητικά όργανα είναι «βρώμικα», ασυνείδητες αιμομικτικές επιθυμίες, αντίθεση του άντρα σε σχέδια εγκυμοσύνης του ζευγαριού, εχθρότητα και θυμός προς τη σύντροφο κ.ά.
Η ηλικία παίζει σημαντικό ρόλο. Η εκσπερμάτωση επιβραδύνεται με την ηλικία, οπότε τα ηλικιωμένα άτομα μπορεί να μην εκσπερματώνουν σε κάθε σεξουαλική συνάντηση (χωρίς αυτό να θεωρείται διαταραχή).

Πρόωρη Εκσπερμάτωση
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Επίμονα ή επανειλημμένα η εκσπερμάτωση συμβαίνει με ελάχιστο σεξουαλική ερεθισμό πριν, κατά ή λίγο μετά τη διείσδυση του πέους και πριν τη θελήσει το άτομο. Ο κλινικός πρέπει να πάρει υπόψη τους παράγοντες που επηρεάζουν τη διάρκεια της φάσης διέγερσης όπως η ηλικία, ο καινούριος σεξουαλικός σύντροφος ή η καινούρια κατάσταση και η πρόσφατη συχνότητα της σεξουαλικής δραστηριότητας.
Β. Η διαταραχή προκαλεί έντονη υποκειμενική ενόχληση ή δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις.

Διαταραχές Σεξουαλικού Πόνου
Δυσπαρευνία
(Μη Οφειλόμενη σε Γενική Ιατρική Κατάσταση)
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Επανειλημμένος ή επίμονος πόνος στα γεννητικά όργανα είτε στον άντρα είτε στη γυναίκα που συνδέεται με τη συνουσία.
Β. Η διαταραχή προκαλεί έντονη υποκειμενική ενόχληση ή δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Η Δυσπαρευνία αναφέρεται πιο συχνά ως ενόχλημα από άτομα που επισκέπτονται παθολογικές /χειρουργικές κλινικές. Αν και μπορεί να συμβεί και σε άντρες, πολύ πιο συχνά η Δυσπαρευνία συμβαίνει σε γυναίκες.
Ψυχολογικοί παράγοντες που ενοχοποιούνται για τη Δυσπαρευνία είναι φόβοι και ασυνείδητες συγκρούσεις για τη σεξουαλική δραστηριότητα. Ιστορικό βιασμού ή σεξουαλικής κακοποίησης στην παιδική ηλικία μπορεί επίσης να συμβάλλει στην εμφάνιση της διαταραχής.

Κολεόσπασμος
(Μη Οφειλόμενος σε Γενική Ιατρική Κατάσταση)
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Επανειλημμένος ή επίμονος ακούσιος σπασμός των μυών του έξω τριτημορίου του κόλπου που παρεμποδίζει τη συνουσία.
Β. Η διαταραχή προκαλεί έντονη υποκειμενική ενόχληση ή δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Ο σπασμός του κόλπου δεν επιτρέπει συνήθως τη συνουσία ή ακόμη και την κολπική εξέταση, η οποία μπορεί να χρειασθεί να γίνει με αναισθησία. Είναι φυσικό ότι η κατάσταση αυτή οδηγεί σε φοβία και αποφυγή της συνουσίας.
Είναι σχετικά σπάνια πάθηση και η διάγνωση βασίζεται στον ακούσιο σπασμό που παρατηρείται στην κολπική εξέταση. Ιστορικό σεξουαλικού τραύματος όπως βιασμός ή άλλη σεξουαλική κακοποίηση, αυστηρή ανατροφή, σύγχυση του σεξουαλικού προσανατολισμού, Διαταραχή της Στύσης στον Άντρα, φαίνεται να σχετίζονται με τη διαταραχή αυτή.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΩΝ ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ
Κάθε άτομο που παραπονείται για σεξουαλικά προβλήματα θα πρέπει να έχει μια λεπτομερή εξέταση για να αποφασισθεί το είδος της θεραπείας που χρειάζεται. Η λεπτομερής αυτή εξέταση θα πρέπει να περιλαμβάνει προσεκτική λήψη ιατρικού και ψυχιατρικού ιστορικού, προσεκτική φυσική και ψυχιατρική εξέταση και κατάλληλες εργαστηριακές εξετάσεις. Συχνά μπορεί να χρειασθεί και νευρολογική, ουρολογική ή γυναικολογική εξέταση, όπως και να χρειασθούν ειδικές εξετάσεις (όπως αναφέραμε προηγουμένως).
Αν αποδειχθεί ότι κάποια άλλη ψυχική διαταραχή (π.χ. κατάθλιψη, ψύχωση κ.ά.) ευθύνεται κυρίως για τη σεξουαλική δυσλειτουργία, η θεραπεία θα πρέπει ν' απευθυνθεί σ' αυτήν και η βελτίωση της συνήθως οδηγεί και σε βελτίωση της σεξουαλικής δυσλειτουργίας.
Αν κάποια σωματική πάθηση ή κάποια ουσία ή κάποιο φάρμακο συμμετέχουν ή ευθύνονται αποκλειστικά για την αιτιολογία της σεξουαλικής δυσλειτουργίας, θα πρέπει ν' αντιμετωπισθούν με την κατάλληλη θεραπεία της πάθησης, τη διακοπή της ουσίας (και τη γενικότερη αντιμετώπιση της κατάχρησης) ή τη διακοπή (ή αντικατάσταση) του φαρμάκου.
Εφόσον καταλήξουμε ότι η σεξουαλική δυσλειτουργία οφείλεται αποκλειστικά (ή σε κάποιο βαθμό) σε ψυχολογικούς παράγοντες, τότε έχουμε να διαλέξουμε από διάφορα είδη θεραπειών που περιγράφουμε παρακάτω.
Θεραπεία του σεξ σε ζευγάρι (Τεχνικές των Masters & Johnson)
Αυτή η σχετικά νέα θεραπεία του σεξ ξεκίνησε με τη δουλειά των William Μ. Masters & Virginia Ε. Johnson. Η προσέγγιση τους βασίζεται σε τεχνικές θεραπείας συμπεριφοράς και επικεντρώνεται στο ζευγάρι και όχι στο δυσλειτουργικό μόνο μέλος της δυάδας. Οί δύο πρωτοπόροι θεραπευτές του σεξ τονίζουν ότι αυτό που στο παρελθόν υποστηρίζονταν ότι δηλαδή ο ένας από το ζευγάρι δεν έχει σχέση με το σεξουαλικό πρόβλημα, δεν ευσταθεί. Δεν υπάρχει «μισό άρρωστο» ζευγάρι. Γι' αυτό είναι απαραίτητο και τα δύο μέλη της δυάδας να συμμετέχουν στη θεραπεία και να μάθουν να εστιάζονται και να γνωρίζουν τόσο τα δικά τους συναισθήματα και επιθυμίες, όσο και του(της) συντρόφου τους και να βελτιώσουν την επικοινωνία τους.
Η θεραπεία βασίζεται στην παρατήρηση ότι το άγχος για σεξουαλική απόδοση (performance anxiety) αλλά και οί απαιτήσεις του(της) συντρόφου για σεξουαλική απόδοση, εντείνουν και διαιωνίζουν τη Σεξουαλική Δυσλειτουργία. Η θεραπεία καλύτερα γίνεται με δύο συνθεραπευτές - άντρα και γυναίκα. Οί συνεδρίες εστιάζονται στη διόρθωση κάθε εσφαλμένης πληροφόρησης ή άγνοιας γύρω από τη σεξουαλική λειτουργία, στην υποστήριξη και στην ενθάρρυνση, στη βελτίωση της επικοινωνίας του ζευγαριού και στην εξάλειψη κάθε απαίτησης για σεξουαλική απόδοση. Μετά από μια πλήρη κλινική εκτίμηση του ζευγαριού, οί συνεδρίες αρχίζουν με «ανάθεση δουλειάς στο σπίτι», όπου το ζευγάρι κάνει ορισμένες προκαθορισμένες ασκήσεις. Όλες οί σεξουαλικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανόμενης και της συνουσίας, απαγορεύονται μέχρι να αποφασίσει ο θεραπευτής ότι το ζευγάρι είναι έτοιμο. Αυτή η επιβαλλόμενη αποχή είναι το πρώτο βήμα για την εξάλειψη της πίεσης για σεξουαλική απόδοση. Οί πρώτες ασκήσεις είναι αυτές της «εστίασης στις αισθήσεις» (sensate focus), που έχουν σαν σκοπό την αύξηση της ικανότητας για συνειδητοποίηση των αισθήσεων του ίδιου του ατόμου και του /της συντρόφου. Το ζευγάρι εναλλάσσεται στο να «ευχαριστεί» ο ένας τον άλλο, πρώτα αγγίζοντας — χαϊδεύοντας όλο το σώμα εκτός από το στήθος και τα γεννητικά όργανα και αργότερα περιλαμβάνοντας και αυτές τις περιοχές.
Οί συνεδρίες εστιάζονται στις εμπειρίες και τις αντιδράσεις του ζευγαριού καθώς κάνει τις ασκήσεις. Αυτό δίνει σημαντικές πληροφορίες στον θεραπευτή για τυχόν αντιστάσεις στις σεξουαλικές δραστηριότητες (π.χ. ο άντρας που δεν κάνει τις ασκήσεις γιατί είναι συνεχώς «κουρασμένος» ή η γυναίκα που μόλις αρχίσουν τις ασκήσεις την πιάνει «πονοκέφαλος»). Λαθεμένες αντιλήψεις και φόβοι μπορούν να διευκρινισθούν κατά τη διάρκεια των θεραπευτικών συνεδριών και οί ασκήσεις επαναλαμβάνονται έως ότου γίνουν ευχάριστες και στους δυο. Όταν η ικανότητα να πάρουν και να δώσουν ευχαρίστηση επιτευχθεί, τα ζευγάρια συνήθως επικοινωνούν μεταξύ τους πολύ καλύτερα απ' ότι στην αρχή της θεραπείας και οί συνεδρίες προχωρούν σε εξειδικευμένες ασκήσεις οί οποίες απευθύνονται στη συγκεκριμένη δυσλειτουργία. (Σημ. Επομένως στη θεραπεία κάθε Σεξουαλικής Δυσλειτουργίας προηγούνται όλα τα παραπάνω).
Η Διαταραχή της Σεξουαλικής Διέγερσης στη Γυναίκα αντιμετωπίζεται με ασκήσεις sensate focus που έχουν σκοπό να βοηθήσουν τη γυναίκα να εστιασθεί στις ερωτικές της αισθήσεις και ακολουθούνται μετά από ασκήσεις που περιλαμβάνουν ερεθισμό της κλειτορίδας από τη γυναίκα και από τον σύντροφο της. Το ζευγάρι θα προχωρήσει σε συνουσία όταν το αποφασίσει η γυναίκα και χωρίς καμιά πίεση να φθάσει σε οργασμό. Καθώς η γυναίκα αρχίζει να αισθάνεται άνετα στο να βιώνει διάφορα σεξουαλικά συναισθήματα με το σύντροφο της, μπορεί να καταφέρει να νιώσει σημαντική ευχαρίστηση και ακόμα και οργασμό στη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής.
Ο Ανεσταλμένος Οργασμός στη Γυναίκα αντιμετωπίζεται με ασκήσεις που έχουν σκοπό να ενισχύσουν τη διέγερση της γυναίκας πριν από τη συνουσία, ώστε στη συνέχεια να είναι περισσότερο ικανή να αντιληφθεί τα ευχάριστα ερεθίσματα στον κόλπο και να αισθανθεί στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τα ερεθίσματα της κλειτορίδας. Αυτό επιτυγχάνεται μαθαίνοντας την να χρησιμοποιεί διάφορες τεχνικές αυνανισμού (σε ορισμένες περιπτώσεις και δονητή) ή εκούσιες συσπάσεις του κόλπου και κατόπιν με υποδείξεις διαφόρων θέσεων κατά τη συνουσία στις οποίες ο σύντροφος μπορεί να μεγιστοποιήσει την ένταση των σεξουαλικών ερεθισμάτων στη γυναίκα (όπως η γυναίκα πάνω στον άντρα). Όλα αυτά γίνονται σε συνθήκες όπου η πίεση στη γυναίκα να φθάσει σε οργασμό είναι ελάχιστη.
Στις περιπτώσεις Κολεόσπασμου η θεραπευτική αντιμετώπιση συνίσταται στη διδασκαλία της γυναίκας και του συντρόφου της στην αρχή να χρησιμοποιήσουν τα δάκτυλα τους για να διαστείλουν με προσοχή την είσοδο του κόλπου και μετά να χρησιμοποιήσουν προοδευτικά αυξανόμενου διαμετρήματος κηρία. Όταν επιτευχθεί άνετη διαστολή του κόλπου μ' αυτά τα μέσα τότε συνήθως είναι δυνατό για τον άντρα να εισαγάγει το πέος του στον κόλπο χωρίς δυσκολία.
Η Πρόωρη Εκσπερμάτωση αντιμετωπίζεται με μεγάλη επιτυχία με ασκήσεις όπου η σύντροφος επανειλημμένα διεγείρει με το χέρι τον άντρα μέχρι αυτός να νιώσει πολύ κοντά στο σημείο όπου η εκσπερμάτωση είναι αναπόφευκτη και εκεί σταματά, πριν συμβεί η κατάσταση «αναπόφευκτης εκσπερμάτωσης» και ακολουθήσει επομένως μετά η εκσπερμάτωση (τεχνική «σταματώ και αρχίζω» - «stop and go»). Αυτό επιτρέπει τον άντρα να βιώσει επανειλημμένα έντονη σεξουαλική διέγερση χωρίς όμως να έχει εκσπερματίσει. Αυτή η τεχνική συνοδεύεται από βίαιη παρεμπόδιση του οργασμού όταν συμβεί να είναι σχεδόν αναπόφευκτος, με την εφαρμογή της τεχνικής της «συμπίεσης» («squeeze»), δηλαδή της συμπίεσης της κεφαλής του πέους δυνατά ανάμεσα στον αντίχειρα και τα δύο μεγάλα δάκτυλα. Η παραπάνω τεχνική έχει σχεδόν καθολική επιτυχία στη θεραπεία της Πρόωρης Εκσπερμάτωσης.
Ο Ανεσταλμένος Οργασμός στον Άντρα αντιμετωπίζεται με ειδικές ασκήσεις που σκοπό έχουν να κατορθωθεί εκσπερμάτωση μέσα στον κόλπο, γιατί στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχει πρόβλημα εκσπερμάτωσης κατά τον αυνανισμό. Η γυναίκα διεγείρει με το χέρι τον άντρα σε σημείο να έχει οργασμό ενώ αυτή είναι παρούσα και προοδευτικά φέρνει το πέος συνεχώς και κοντύτερα στον κόλπο. Τελικά η γυναίκα διεγείρει τον σύντροφο της μέχρι το σημείο που να είναι η εκσπερμάτωση αναπόφευκτη οπότε και τοποθετεί το πέος στον κόλπο της χωρίς να διακόψει την εκσπερμάτωση. Μία και μόνη εκσπερμάτωση μέσα στον κόλπο είναι συχνά ικανή να παραμερίσει το φόβο της κολπικής εκσπερμάτωσης του άντρα.
Η Διαταραχή της Στύσης στον Άντρα αντιμετωπίζεται προτείνοντας στο ζευγάρι καταστάσεις όπου οί σεξουαλικές δραστηριότητες μπορεί να είναι άνετες και χωρίς απαιτήσεις και όπου ο άντρας μπορεί να έχει στύση χωρίς την αίσθηση πίεσης για συνουσία. Οί ασκήσεις περιλαμβάνουν αυνανισμό, ερεθισμό του πέους από τη σύντροφο μέχρι την επίτευξη στύσης και αργότερα βαθμιαία διείσδυση του πέους στον κόλπο από τη σύντροφο στη στάση όπου η γυναίκα είναι επάνω στον άντρα (αυτή συνήθως είναι και η πρώτη στάση όταν επιτραπεί η συνουσία κατά τη θεραπεία και των άλλων Σεξουαλικών Δυσλειτουργιών). Ακόμα και όταν το πέος είναι μέσα στον κόλπο, αρχικά οί τυπικές κινήσεις συνουσίας δεν επιτρέπονται ή περιορίζονται στο ελάχιστο μόνο και μόνο για τη διατήρηση της στύσης. Προοδευτικά, οί κινήσεις επιτρέπονται σε μετέπειτα ασκήσεις και ο οργασμός έρχεται φυσιολογικά. Έτσι ο άντρας απαλλαγμένος από την απαίτηση για σεξουαλική απόδοση αισθάνεται προοδευτικά ότι μπορεί να έχει στύση και ότι μπορεί να βάλει το πέος στον κόλπο και τελικά συνήθως κατορθώνει να έχει και από μόνος του μια ικανοποιητική συνουσία.
Οί Masters και Johnson έχουν αναφέρει ότι οί παραπάνω θεραπευτικές προσεγγίσεις είναι πολύ επιτυχείς - 80% γενική επιτυχία στις διάφορες δυσλειτουργίες. Αναφέρουν ότι έχουν τη μεγαλύτερη επιτυχία στην Πρόωρη Εκσπερμάτωση (97%) και τη μικρότερη στην (πρωτοπαθή) Διαταραχή της Στύσης στον Άντρα (59%). Αν και ορισμένοι επικριτές ισχυρίζονται ότι τα αποτελέσματα είναι προσωρινά, οί συμπεριφορικές αυτές τεχνικές έχουν αποδειχθεί ως οί πλέον χρήσιμες για την αντιμετώπιση των Σεξουαλικών Δυσλειτουργιών.
Ψυχοδυναμικά προσανατολισμένη θεραπεία του σεξ
Ο συνδυασμός ψυχοδυναμικής ψυχοθεραπείας και θεραπείας του σεξ καθιστά τους κλινικούς ικανούς να θεραπεύουν άτομα όπου τα σεξουαλικά τους προβλήματα συνδέονται και με άλλες ψυχικές διαταραχές. Το είδος αυτής της θεραπείας μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από τις 10 με 15 συνεδρίες που διαρκεί συνήθως η θεραπεία του σεξ μόνη της και μπορεί να συμπεριλάβει ατομική θεραπεία με κάθε άτομο καθώς επίσης και δουλειά με το ζευγάρι. Αυτή η προσέγγιση είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε ζευγάρια που έχουν προβλήματα στις σχέσεις τους που σαφώς εκτείνονται πέρα από το σεξ. Στα ζευγάρια ανατίθεται «δουλειά στο σπίτι», όπως περιγράφηκε παραπάνω (sensate focus\, ειδικές ασκήσεις κτλ.), αλλά οί συνεδρίες εστιάζονται εντονότερα στις ψυχολογικές συγκρούσεις και στις διαστρεβλώσεις της επικοινωνίας που παρεμποδίζουν τη σχέση - προβλήματα που συχνά ξεκινούν από τις παιδικές συγκρούσεις του κάθε συντρόφου.
Όταν ο ένας σύντροφος από το ζευγάρι είναι φανερό ότι χρειάζεται περισσότερη ψυχολογική υποστήριξη και βοήθεια από τον άλλο, ο κλινικός προσθέτει ατομικές συνεδρίες κατάλληλα διαμορφωμένες για τις ανάγκες του ατόμου αυτού, παράλληλα με τις θεραπευτικές συνεδρίες του ζευγαριού. Για παράδειγμα, όταν μια γυναίκα που παραπονείται για διαταραχή διέγερσης ανακαλύψει κατά τη διάρκεια της θεραπείας ζεύγους ότι στο βάθος κρύβει μέσα της εχθρότητα εναντίον των αντρών, κατά πάσα πιθανότητα χρειάζεται να δουλέψει ατομικά με τον θεραπευτή για να μπορέσει να καταλάβει καλύτερα την προέλευση της εχθρότητας της, ενώ θα συνεχίσει παράλληλα στις κοινές συναντήσεις να διερευνά τους τρόπους με τους οποίους αποστασιοποιεί τον άντρα της χωρίς να το επιδιώκει.
Ο συνδυασμός της ψυχοδυναμικής θεραπείας και της θεραπείας του σεξ χρησιμοποιείται συνήθως από τις διάφορες υπηρεσίες ψυχικής υγείας που απευθύνονται σ' όλο το φάσμα των ψυχικών διαταραχών, ενώ η θεραπεία του σεξ μόνη της χρησιμοποιείται κυρίως σε κλινικές που περιορίζουν την εργασία τους μόνο στη θεραπεία Σεξουαλικών Δυσλειτουργιών.
Ύπνωση
Ορισμένοι κλινικοί έχουν βρει ότι η ύπνωση μπορεί να ανακουφίσει το άγχος π.χ. σε άντρες με δευτεροπαθή Διαταραχή της Στύσης και να απομακρύνει ψυχολογικά εμπόδια για τη λίπανση του κόλπου, τη στύση και τον οργασμό. Οπωσδήποτε, αυτή η προσέγγιση δεν αφορά το ζευγάρι και στοχεύει στα συμπτώματα μάλλον παρά στη γενικότερη ικανότητα του ατόμου να επικοινωνεί διαπροσωπικά και σεξουαλικά.
Θεραπεία συμπεριφοράς
Η θεραπεία συμπεριφοράς αρχικά είχε αναπτυχθεί με σκοπό τη θεραπεία φοβιών, αλλά η τεχνική της συστηματικής απευαισθητοποίησης έχει χρησιμοποιηθεί και σε σεξουαλικές καταστάσεις που δημιουργούν άγχος. Το άτομο προσδιορίζει τις καταστάσεις που του δημιουργούν άγχος και συμπτώματα (π.χ. όταν η εισχώρηση του πέους στον κόλπο καταλήγει σε απώλεια της στύσης) και ο θεραπευτής σταδιακά το απευαισθητοποιεί απ' αυτές τις αγχογόνες καταστάσεις. Όπως και με την ύπνωση, αυτή η θεραπεία απευθύνεται στο άτομο και όχι στο ζευγάρι.
Ομαδική ψυχοθεραπεία
Οί ομάδες έχουν αποδειχθεί ότι είναι χρήσιμες στη θεραπεία ατόμων με Σεξουαλικές Δυσλειτουργίες, καθώς δίνουν πληροφορίες γύρω από το σεξ, προσφέρουν καθησύχαση και ενθάρρυνση και επίσης αμοιβαία υποστήριξη σε άτομα που πάσχουν από παρόμοιες δυσκολίες. Ορισμένες ομάδες αποτελούνται από άτομα του ίδιου φύλου και που έχουν το ίδιο πρόβλημα, ενώ άλλες αποτελούνται από ζευγάρια. Οί ομάδες είναι ιδιαίτερα χρήσιμες για άτομα που χρειάζεται να διερευνήσουν δυσκολίες στις διαπροσωπικές τους σχέσεις καθώς επίσης και συγκεκριμένες δυσκολίες γύρω από το σεξ.
Ατομική ψυχοθεραπεία
Η κλασική ψυχοδυναμική θεωρία πιστεύει ότι οί Σεξουαλικές Δυσλειτουργίες έχουν τις ρίζες τους στις εμπειρίες της πρώτης παιδικής ηλικίας και στις ενδοψυχικές συγκρούσεις, γι' αυτό και η θεραπεία στοχεύει στη διευκρίνιση και συνειδητό ποίηση αυτών των απωθημένων εμπειριών. Όταν παράλογοι φόβοι και φαντασίες βγαίνουν στην επιφάνεια και γίνονται κατανοητοί, τα συμπτώματα των Σεξουαλικών Δυσλειτουργιών συχνά μετριάζονται. Παρόλα αυτά η ψυχοδυναμική προσέγγιση είναι λιγότερο αποτελεσματική από τη συμπεριφορική προσέγγιση των Μasters & Johnson που σε μικρό χρονικό διάστημα εξαλείφει συγκεκριμένα σεξουαλικά συμπτώματα. Η ατομική ψυχοθεραπεία είναι πολύ χρήσιμη για άτομα των οποίων η Σεξουαλική Δυσλειτουργία είναι ένα μέρος γενικότερων ψυχολογικών δυσκολιών και τα οποία άτομα έχουν άλλα συμπτώματα για τα οποία ενδείκνυται η ψυχοδυναμική ψυχοθεραπεία. (Σημ. Όσον αφορά όμως τον συνδυασμό ψυχοδυναμικής ψυχοθεραπείας και θεραπείας του σεξ, δηλαδή την ψυχοδυναμικά προσανατολισμένη θεραπεία του σεξ, πιστεύουμε ότι είναι η καλύτερη ίσως προσέγγιση για τις Σεξουαλικές Δυσλειτουργίες).
Σε περιπτώσεις Διαταραχής της Στύσης που δεν απάντησαν στην ψυχολογική θεραπεία, μπορεί να δοκιμασθούν ενέσεις στα σηραγγώδη σώματα του πέους (συνήθως ένα μίγμα παπαβερίνης, προσταγλανδίνης και φεντολαμίνης), που ο ασθενής μαθαίνει να τις κάνει μόνος του, αντλίες κενού ή τοποθέτηση προσθέσεων στο πέος.

ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΕΣ ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΕΙΣ Ή ΠΑΡΑΦΙΛΙΕΣ
Οί σεξουαλικές παρεκκλίσεις παλιότερα ονομάζονταν σεξουαλικές διαστροφές.
Πρόκειται για καταστάσεις που χαρακτηρίζονται από τα εξής:
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών υπάρχουν επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που γενικά αφορούν:
1) μη ανθρώπινα αντικείμενα
2) το να υποφέρει κανείς ή να κάνει τον σύντροφο του να υποφέρει, να ταπεινώνεται ή να ταπεινώνει τον σύντροφο του
3) παιδιά ή άλλα μη συναινούντα άτομα
Β. Η συμπεριφορά, οί σεξουαλικές παρορμήσεις ή οί φαντασιώσεις προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Καθώς παραφιλικές φαντασιώσεις ή παραφιλικό αντικείμενα (π.χ. σκηνές βίαιης συνουσίας ή γυναικεία εσώρουχα) είναι σεξουαλικά διεγερτικά για πολλά άτομα, η διάγνωση της Παραφιλίας δεν θα μπει αν δεν συντρέχουν τόσο η διάρκεια και η επανάληψη όσο και η έντονη υποκειμενική ενόχληση ή η λειτουργική έκπτωση (π.χ. οί παραφιλικές φαντασιώσεις ή συμπεριφορές είναι υποχρεωτικές, οδηγούν σε σεξουαλική δυσλειτουργία, απαιτούν τη συμμετοχή μη συναινούντων ατόμων, οδηγούν σε νομικές περιπλοκές, δημιουργούν προβλήματα σε κοινωνικές σχέσεις κ.ο.κ.).
Εκτός από τον Σεξουαλικό Μαζοχισμό, ο οποίος κι αυτός είναι 20 φορές συχνότερος στους άντρες απ' ότι στις γυναίκες, οί άλλες Παραφιλίες στην κλινική πράξη ποτέ δεν διαγιγνώσκονται σε γυναίκες, εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις. Οί λόγοι γι' αυτό είναι άγνωστοι.
Πολλά άτομα με Παραφιλίες δεν θεωρούν ότι είναι άρρωστα και προσέρχονται στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας μόνον όταν η συμπεριφορά τους τα φέρει σε σύγκρουση με το περιβάλλον, π.χ. τη σύζυγο, την οικογένεια ή τον νόμο.
Συχνά τα άτομα αυτά δεν μπορούν ν' ανταποδώσουν τρυφερότητα στη σεξουαλική επαφή ή πάσχουν και από διάφορες Σεξουαλικές Δυσλειτουργίες. Συχνές είναι και οί Διαταραχές της Προσωπικότητας.
Οί σεξουαλικές παρεκκλίσεις γενικά εγκαθίστανται στην εφηβεία και την αρχή της ενήλικης ζωής. Οί πιο συχνές (στις κλινικές) και υπηρεσίες ψυχικής υγείας είναι η Παιδοφιλία, η Ηδονοβλεψία και η Επιδειξιομανία.
Επιδειξιομανία
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν την έκθεση των γεννητικών οργάνων του ατόμου σε μια ανυποψίαστη ξένη.
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Μερικές φορές το άτομο αυνανίζεται ενώ εκθέτει τα γεννητικά του όργανα (ή ενώ φαντάζεται να τα εκθέτει). Η επίδειξη των γεννητικών οργάνων συχνά έχει σαν σκοπό να ξαφνιάσει ή να «σοκάρει» τη γυναίκα. Σ' άλλες περιπτώσεις, το άτομο έχει τη σεξουαλικά διεγερτική φαντασίωση, ότι η γυναίκα θα διεγερθεί σεξουαλικά από την επίδειξη. Γενικά, πάντως, ο επιδειξίας δεν επιχειρεί να έρθει σε σεξουαλική επαφή με το άτομο στο οποίο επιδεικνύεται (που μπορεί να είναι γυναίκα ή κοριτσάκι).
Η έναρξη της διαταραχής συμβαίνει συνήθως πριν τα 18, αν και μπορεί ν' αρχίσει και αργότερα. Οί επιδειξίες, αν και συλλαμβάνονται, δεν είναι συνήθως επικίνδυνοι για τα θύματα τους.
Ψυχοδυναμικά, θεωρείται ότι ο επιδειξίας επιβεβαιώνει τον ανδρισμό του επιδεικνύοντας το πέος του και παρατηρώντας την αντίδραση του θύματος - φόβο, έκπληξη, αηδία. Ασυνείδητα, το άτομο νιώθει ευνουχισμένο και ανίκανο. Η σύζυγος του μπορεί να είναι ασυνείδητα υποκατάστατο της μητέρας του, στην οποία ήταν πολύ προσκολλημένο στην παιδική ηλικία.

Φετιχισμός
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν την χρήση άψυχων αντικειμένων (π.χ. γυναικεία εσώρουχα).
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Γ. Τα φετιχιστικά αντικείμενα δεν περιορίζονται σε είδη της γυναικείας ενδυμασίας χρησιμοποιούμενα για την ένδυση με ρούχα του αντίθετου φύλου (όπως π.χ. συμβαίνει στον Παρενδυσιακό ή Τρανσβεστικό Φετιχισμό), ούτε σε αντικείμενα σχεδιασμένα με σκοπό τον απτικό σεξουαλικό ερεθισμό (π.χ. ένας δονητής).
Το άτομο με Φετιχισμό συχνά αυνανίζεται ενώ κρατά, χαϊδεύει ή μυρίζει τα «φετίχ» δηλ. στηθόδεσμους, γυναικεία εσώρουχα, κάλτσες, παπούτσια, μπότες κτλ. ή ζητά από τη σύντροφο του να τα φορέσει για να διεγερθεί. Συνήθως τα φετίχ είναι απαραίτητα για να διεγερθεί το άτομο σεξουαλικά και μπορεί να έχει πρόβλημα στύσης αν δεν υπάρχουν. Σημειώνουμε, ότι το νόημα του διαγνωστικού κριτηρίου Γ όσον αφορά τη δ.δ από τον Τρανσβεστικό Φετιχισμό, είναι ότι στον Φετιχισμό η σεξουαλική διέγερση προέρχεται από το γυναικείο ρούχο (το οποίο το άτομο δεν το φορά), ενώ στον Τρανσβεστικό Φετιχισμό η σεξουαλική διέγερση προέρχεται από την πράξη της ένδυσης με ρούχα του αντίθετου φύλου.
Η διαταραχή αρχίζει συνήθως στην εφηβεία, και τα φετίχ μπορεί να έχουν αποκτήσει την ειδική τους σημασία στην παιδική ηλικία.
Ψυχοδυναμικά, θεωρείται ότι τα φετίχ συμβολίζουν το γυναικείο πέος (που ο φετιχιστής αρνείται ότι το έχασε η γυναίκα και έτσι προσπαθεί να ξεπεράσει τον ασυνείδητο φόβο ευνουχισμού του). Μαθησιακά, πρεσβεύεται ότι τα φετίχ συνδέθηκαν με σεξουαλική διέγερση στην παιδική ηλικία.

Εφαψιομανία
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν το άγγιγμα και το τρίψιμο πάνω σε ένα άτομο που δεν συναινεί.
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Η συμπεριφορά αυτή συνήθως συμβαίνει σε μέρη με πολύ κόσμο, π.χ. σε λεωφορεία ή υπόγειους σιδηρόδρομους, σε πεζοδρόμια πολυσύχναστων δρόμων, όπου το άτομο τρίβει τα γεννητικά του όργανα στους μηρούς και τα οπίσθια του θύματος ή χαϊδεύει με τα χέρια του τα γεννητικά της όργανα ή τους μαστούς. Η παραφιλία αρχίζει συνήθως στην εφηβεία και έχει την μεγαλύτερη ένταση στην ηλικία των 15-25 ετών με προοδευτική ελάττωση της συχνότητας της μετά.

Παιδοφιλία
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν σεξουαλική δραστηριότητα με ένα παιδί ή παιδιά της προεφηβικής ηλικίας (γενικά ηλικίας 13 ετών ή μικρότερα).
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Όπως είναι φανερό από τα παραπάνω, η Παιδοφιλία (ή Παιδεραστία) αφορά τη σεξουαλική επαφή με προεφηβικά αγόρια ή κορίτσια ή και με τα δύο. Τα άτομα που έλκονται από κοριτσάκια συνήθως προτιμούν την ηλικία των 8-10 ετών, ενώ αυτοί που έλκονται από αγόρια προτιμούν λίγο μεγαλύτερα παιδιά.
Η παιδοφιλική πράξη μπορεί να περιορίζεται στο ξέντυμα του παιδιού και στο κοίταγμα ή στην έκθεση προς αυτό των γεννητικών οργάνων, στον αυνανισμό μπροστά στο παιδί, στο άγγιγμα και στο χαΐδεμα. Άλλοι παιδεραστές, όμως, μπορεί να προχωρούν σε πεολειχία ή αιδοιολειχία, σε διείσδυση στον κόλπο, στο στόμα ή στον πρωκτό του παιδιού (με το δάκτυλο, με κάποιο αντικείμενο ή με το πέος τους) και στη χρήση βίας κατά τις πράξεις αυτές.
Το αλκοόλ και το στρες επιτείνουν τη συμπεριφορά αυτή. Οί παιδεραστές μπορεί να περιορίζουν τις παραφιλικές τους δραστηριότητες στα παιδιά τους, φυσικά ή υιοθετημένα ή σε συγγενικά παιδιά ή να αναζητούν παιδιά εκτός της οικογένειας. Οί περισσότεροι από αυτούς είναι ετεροφυλόφιλοι.

Σεξουαλικός Μαζοχισμός
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν την πράξη (πραγματική, όχι προσποιητή) όπου το άτομο ταπεινώνεται, δέρνεται, δένεται ή με κάποιο τρόπο το κάνουν να υποφέρει.
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Έτσι το άτομο προτιμά να διεγείρεται ή διεγείρεται μόνον με το να δένεται, να δέρνεται, να ταπεινώνεται, να βασανίζεται (στην φαντασία ή στην πράξη). Τόσο ομοφυλόφιλα όσο και ετεροφυλόφιλα άτομα, άντρες ή και γυναίκες, μπορεί να αναπτύξουν Σεξουαλικό Μαζοχισμό. Η διαταραχή μπορεί ν' αρχίσει οποτεδήποτε, αλλά πιο συχνά εμφανίζεται στην αρχή της ενήλικης ζωής.
Σημειώνουμε, ότι είναι δυνατόν να συμβεί μόνιμη σωματική βλάβη, ευνουχισμός, ακόμη και θάνατος από τις παραφιλικές αυτές δραστηριότητες. Ιδιαίτερα επικίνδυνη είναι μια μορφή Σεξουαλικού Μαζοχισμού που λέγεται «Υποξυφιλία» (το άτομο διεγείρεται σεξουαλικά με πρόκληση στέρησης οξυγόνου με βρόχο, σακούλα, μάσκα, νιτρικά κ.ά.), γιατί μπορεί το άτομο να μην προλάβει να ξεφύγει την ασφυξία και τον θάνατο.
Ψυχοδυναμικά, ο Σεξουαλικός Μαζοχισμός αποδίδεται σε καταστρεπτικές φαντασίες στραμμένες ενάντια στον εαυτό και στην ανάγκη τιμωρίας του ατόμου για τις σεξουαλικές του επιθυμίες. Ακόμη, άτομα με αυτήν την παραφιλία μπορεί να είχαν παιδικές εμπειρίες που τα έπεισαν ότι ο πόνος είναι προϋπόθεση για τη σεξουαλική ευχαρίστηση.
Ο Σεξουαλικός Μαζοχισμός μερικές φορές συνυπάρχει με Φετιχισμό, Τρανσβεστικό Φετιχισμό ή Σεξουαλικό Σαδισμό.

Σεξουαλικός Σαδισμός
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν πράξεις (πραγματικές, όχι προσποιητές) στις οποίες το να υποφέρει το θύμα ψυχολογικά ή σωματικά (συμπεριλαμβανόμενης και της ταπείνωσης) είναι σεξουαλικά διεγερτικό για το άτομο.
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Ο Σεξουαλικός Σαδισμός, λοιπόν, είναι η πρόκληση σωματικού ή ψυχολογικού πόνου σ' ένα άλλο άτομο με σκοπό τη σεξουαλική διέγερση του παραφιλικού ατόμου. Το άλλο άτομο μπορεί να συναινεί ή όχι. Ο Σεξουαλικός Σαδισμός συμβαίνει τόσο σε ομοφυλόφιλα όσο και σε ετεροφυλόφιλα άτομα και συνήθως εμφανίζεται στην αρχή της ενήλικης ζωής. Η παραφιλική δραστηριότητα μπορεί να είναι ήπια ή μπορεί να προξενήσει κακώσεις ή και τον θάνατο. Μπορεί ο Σεξουαλικός Σαδισμός να συνοδεύεται και από Σεξουαλικό Μαζοχισμό στο ίδιο άτομο.
Ψυχαναλυτικά, θεωρείται ότι ο σαδισμός είναι άμυνα του ατόμου σε φόβους ευνουχισμού (το άτομο κάνει σε άλλους αυτά που φοβάται μη συμβούν σ' αυτό).

Τρανσβεστικός Φετιχισμός
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, σε έναν ετεροφυλόφιλο άντρα, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν την ένδυση με ρούχα του αντίθετου φύλου.
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Ο Τρανσβεστικός (ή Παρενδυσιακός) Φετιχισμός αρχίζει στην παιδική ηλικία ή στην αρχή της εφηβείας. Το παραφιλικό άτομο ντύνεται με ρούχα του αντίθετου φύλου και αυνανίζεται (ή έρχεται σε συνουσία) φαντασιώνοντας τον εαυτό του να είναι ταυτόχρονα το αντρικό υποκείμενο και το γυναικείο αντικείμενο της σεξουαλικής του φαντασίωσης. Το άτομο μπορεί να φορά μόνο κάποιο εσώρουχο ή μπορεί να ντύνεται ολόκληρο γυναίκα, να βάφεται και να κυκλοφορεί σαν γυναίκα σε τρανσβεστικές ομάδες. Ο βασικός προσανατολισμός του ατόμου είναι ετεροφυλοφιλικός (μπορεί, όμως, να έχει και περιστασιακές ομοφυλοφιλικές εμπειρίες). Ο Τρανσβεστικός Φετιχισμός μπορεί να συνδυάζεται με Σεξουαλικό Μαζοχισμό.
Η ένδυση με ρούχα του αντίθετου φύλου μπορεί να συνοδεύεται και με δυσφορία για τη φυλετική ταυτότητα. Εφόσον δεν πληρούνται τα κριτήρια για Διαταραχή της Ταυτότητας Φύλου, η διάγνωση θα είναι Τρανσβεστικός Φετιχισμός, Με Φυλετική Δυσφορία. Αν πληρούνται τα κριτήρια, θα δοθεί η επιπρόσθετη διάγνωση της Διαταραχής της Ταυτότητας Φύλου.
Ηδονοβλεψία
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Για μια περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, επανειλημμένες, έντονες, σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές που αφορούν την πράξη της παρατήρησης ενός ανυποψίαστου ατόμου που είναι γυμνό, ξεντύνεται ή βρίσκεται σε σεξουαλική δραστηριότητα.
Β. Οί φαντασιώσεις, σεξουαλικές παρορμήσεις ή συμπεριφορές προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Ο ηδονοβλεψίας δεν επιζητεί σεξουαλική δραστηριότητα με το παρατηρούμενο άτομο, αλλά μπορεί να αυνανισθεί κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης ή μετά ανακαλώντας στη μνήμη του τη σκηνή. Η έναρξη της ηδονοβλεψίας είναι συνήθως πριν τα 15.

Παραφιλία Μη Προσδιοριζόμενη Αλλιώς
Η κατηγορία αυτή είναι για Παραφιλίες που δεν πληρούν τα κριτήρια για καμιά από τις συγκεκριμένες κατηγορίες.
Παραδείγματα:
Τηλεφωνική σκατολογία (αισχρολογία από το τηλέφωνο)
Νεκροφιλία (πτώματα)
«Μεροφιλία» (Partialism - αποκλειστικός εστιασμός σε μέρος του σώματος)
Ζωοφιλία ή Κτηνοβασία (ζώα)
Κοπροφιλία (κόπρανα)
Κλισμαφιλία (υποκλισμός)
Ουροφιλία (ούρα)

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΦΙΛΙΩΝ
Οί σεξουαλικές παρεκκλίσεις θεωρούνται από πολλούς ότι έχουν σαν βάση ψυχολογικούς παράγοντες και ότι πηγάζουν από εμπειρίες της παιδικής ηλικίας. Κατά συνέπεια πολλοί κλινικοί χρησιμοποιούν την ψυχοθεραπεία σαν τρόπο αντιμετώπισης αυτών των διαταραχών. Η ψυχανάλυση προσπαθεί να φέρει στην επιφάνεια και να επιλύσει παιδικές ψυχικές συγκρούσεις που θεωρούνται υπεύθυνες για την παρέκκλιση, αλλά πολλά άτομα με τέτοιες διαταραχές (π.χ. αυτά με σοβαρές διαταραχές προσωπικότητας) δεν μπορούν ν' αντέξουν τέτοιου είδους έντονη θεραπεία. Η ατομική ψυχοθεραπεία (αποκαλυπτική — υποστηρικτική) μπορεί να φανεί χρήσιμη στο να βοηθήσει το άτομο να αναγνωρίσει τα συναισθήματα και τις φαντασιώσεις που παρακινούν σε παρεκκλίνουσα σεξουαλική συμπεριφορά, να αποκτήσει πιο παραδεκτούς τρόπους σεξουαλικής ικανοποίησης καθώς και να ελέγξει τον βαθμό που η παρεκκλίνουσα συμπεριφορά του παρεμβαίνει στην κοινωνική και επαγγελματική του ζωή.
Τα τελευταία χρόνια, πάντως, η θεραπεία συμπεριφοράς χρησιμοποιείται συνεχώς και περισσότερο για τον έλεγχο των παραφιλιών. Έτσι, αναπτύχθηκαν μέθοδοι τόσο για να ελαττώσουν τους παραφιλικούς τρόπους διέγερσης του ατόμου π.χ. με κορεσμό δια τον αυνανισμού (δηλ. οδηγώντας το άτομο να κορεσθεί ή να βαρεθεί τις παραφιλικές του φαντασιώσεις), με καλυμμένη ευαισθητοποίηση (δηλ. ζευγαρώνοντας τις παραφιλικές φαντασιώσεις με δυσάρεστες και αγχογόνες ψυχικές εικόνες) ή ακόμα και με θεραπεία αποστροφής (δηλ. με τεχνική παρόμοια με την προηγούμενη, όπου οί παραφιλικές φαντασιώσεις ζευγαρώνονται με δυσάρεστα ερεθίσματα όπως ναυτία (προκαλούμενη με φάρμακο) ή ηλεκτροσόκ, με στόχο την αρνητική ενίσχυση της παραφιλικής συμπεριφοράς), όσο και για να δημιουργήσουν σεξουαλική διέγερση ως απάντηση σε μη παραφιλικές φαντασιώσεις μέσα από conditioning δια του αυνανισμού.
Γνωστικές τεχνικές, επίσης, χρησιμοποιούνται για να βοηθήσουν το παραφιλικό άτομο να ανακατασκευάσει λαθεμένα γνωστικά σχήματα που χρησιμοποιεί για να δικαιολογήσει τη συμπεριφορά του (π.χ. ο παιδεραστής ερμηνεύει λαθεμένα την υποτακτικότητα ενός παιδιού ως έκφραση επιθυμίας από μέρους του). Ακόμα, μπορεί να χρησιμοποιηθούν και τεχνικές χαλάρωσης για το άγχος που συχνά προηγείται της παραφιλικής πράξης.
Αντιανδρογόνα, όπως η μεδροξυπρογεστερόνη, έχουν χρησιμοποιηθεί σε άντρες με σοβαρές σεξουαλικές παρεκκλίσεις (π.χ. σ' αυτούς που εμπλέκονται με καταναγκαστικό τρόπο σε σεξουαλικές επιθέσεις) με σκοπό να ελαττωθούν οί σεξουαλικές τους δραστηριότητες και κατά συνέπεια να γίνουν λιγότερο επικίνδυνοι. Η μεδροξυπρογεστερόνη (Provera) δίνεται από το στόμα σε δόσεις 100-200 mg την ημέρα. Ένα σκεύασμα μακράς διάρκειας (Depo-Provera) μπορεί να δοθεί ενδομυικώς σε δόσεις 200-400 mg κάθε 7-10 ημέρες.
Σε περιπτώσεις, βέβαια, που η παραφιλική συμπεριφορά είναι μέρος μιας άλλης διαταραχής όπως π.χ. σχιζοφρένεια ή μανία, θα αντιμετωπισθούν οί διαταραχές αυτές με αντιψυχωτικά, λίθιο, καρβαμαζεπίνη κτλ.

Σεξουαλική Διαταραχή Μη Προσδιοριζόμενη Αλλιώς
Η κατηγορία αυτή του Ό5Μ-ΙΥ είναι για σεξουαλικές διαταραχές που δεν πληρούν τα κριτήρια για καμιά συγκεκριμένη Σεξουαλική Διαταραχή και που δεν είναι ούτε Σεξουαλικές Δυσλειτουργίες ούτε Παραφιλίες.

Παραδείγματα:
1. Έντονα αισθήματα ανεπάρκειας που αφορούν τη σεξουαλική απόδοση ή άλλα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με αυτοεπιβαλλόμενες σταθερές ανδροπρέπειας ή θηλυπρέπειας.
2. Ενόχληση του ατόμου για έναν τύπο επαναλαμβανόμενων σεξουαλικών σχέσεων που αφορά αλληλοδιαδοχή ερωτικών συντρόφων που βιώνονται από το άτομο μόνον ως αντικείμενα προς χρήση (π.χ. νυμφομανία, δονχουανισμός).
3. Επίμονη και έντονη ενόχληση του ατόμου για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό.

ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΑ
Πάρα πολλοί άνθρωποι θεωρούν την ετεροφυλοφιλία σαν κάτι δεδομένο στις σχέσεις τους με τους άλλους ανθρώπους και σαν τη μόνη φυσιολογική ή επιτρεπτή σεξουαλική λειτουργία. Υπάρχει, όμως, ένας μεγάλος αριθμός αντρών και γυναικών που προτιμούν σεξουαλικούς συντρόφους του ίδιου φύλου. Το κατά πόσο οί ομοφυλόφιλοι φίλοι, συνάδελφοι και ασθενείς νιώθουν ότι μπορούν να συζητήσουν με τον κλινικό τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις, εξαρτάται κατά μεγάλο μέρος από τη δική του ευαισθησία και δεκτικότητα στις μη ετεροφυλοφιλικές προτιμήσεις και τρόπους ζωής.
Έχει ειπωθεί ότι οί ανά τον κόσμο ομοφυλόφιλοι έχουν τόσα κοινά μεταξύ τους όσα και οί άνθρωποι που πίνουν καφέ. Υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά σε χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, τρόπο ζωής και τύπο σεξουαλικών δραστηριοτήτων μεταξύ ανθρώπων που ο κύριος προσανατολισμός τους είναι ομοφυλόφιλος. Είναι αρκετά δύσκολο να (καθ)ορίσει κανείς την ομοφυλοφιλία. Πού θα κατατάξει κανείς αυτούς που ενώ έχουν ετεροφυλοφιλικές σχέσεις έχουν ομοφυλοφιλικές φαντασιώσεις ή αυτούς που εμπλέκονται σε σεξουαλικές δραστηριότητες και με άντρες και με γυναίκες ή τα άτομα που απότομα αλλάζουν σεξουαλικό προσανατολισμό στη μέση ηλικία;
Επιπολασμός
Ομοφυλοφιλική συμπεριφορά παρατηρείται σ' όλες τις κοινωνίες. Είναι δύσκολο κανείς να καθορίσει τον επιπολασμό της ομοφυλοφιλίας, πρώτα γιατί υπάρχει, όπως αναφέραμε, πρόβλημα στο να ορισθεί τι αποτελεί ομοφυλοφιλία και δεύτερο γιατί ένα μεγάλο ποσοστό ομοφυλοφιλίας είναι άγνωστο λόγω κοινωνικών διακρίσεων και πιέσεων που δρουν ενάντια στην ανοιχτή αποκάλυψη του ομοφυλοφιλικού προσανατολισμού. Ίσως τα πιο έγκυρα στοιχεία, ακόμη και σήμερα, είναι αυτά του Kinsey και των συνεργατών του, που στις εργασίες τους το 1948 και 1953 για τη σεξουαλική συμπεριφορά αντρών και γυναικών στις ΗΠΑ, πήραν συνεντεύξεις από περισσότερους από 11.000 άντρες και περίπου 8.000 γυναίκες. Ο Kinsey βρήκε ότι 4% των αντρών ήταν αποκλειστικά ομοφυλόφιλοι καθ' όλη τη διάρκεια της ενήλικης τους ζωής, ενώ άλλα 10% ήταν κατ' εξοχήν ομοφυλόφιλοι τουλάχιστον για τρία χρόνια μεταξύ 16 και 55 χρονών. Η έκπληξη για τους Αμερικανούς ήταν η αποκάλυψη ότι 37% των αντρών, σύμφωνα με τα στοιχεία του Kinsey, είπαν ότι είχαν τουλάχιστον μία σεξουαλική εμπειρία με κάποιον άλλο άντρα που έφθασε ή όχι σε οργασμό μετά την έναρξη της εφηβείας τους (50% ανέφεραν κάποια ομοφυλοφιλική εμπειρία ή διέγερση). Τα στοιχεία του Kinsey έδειξαν ότι ο επιπολασμός της ομοφυλοφιλίας μεταξύ των γυναικών ήταν μικρότερος απ' ότι των αντρών. Γύρω στο 28% των γυναικών από το δείγμα ανάφεραν κάποια ομοφυλοφιλική εμπειρία ή διέγερση σε κάποια φάση της ζωής τους, ενώ 13% είχαν και οργασμό. Υπολογίστηκε ότι ο επιπολασμός της αποκλειστικής ομοφυλοφιλίας στις γυναίκες του δείγματος ήταν ανάμεσα στο μισό και το ένα τρίτο του επιπολασμού των αντρών. Γενικά, πάντως, μπορούμε να πούμε ότι ο επιπολασμός της αποκλειστικής ή κατ' εξοχήν ομοφυλοφιλίας στους άντρες είναι περίπου 4-6% και στις γυναίκες περίπου 2%.
Αιτιολογία
Γιατί άλλοι άνθρωποι αναπτύσσουν ετεροφυλόφιλο και άλλοι ομοφυλόφιλο προσανατολισμό; Δεν υπάρχουν ξεκάθαρες απαντήσεις. Στην προσπάθεια να διευκρινίσουν τις αιτίες της ομοφυλοφιλίας, οί ερευνητές έχουν διερευνήσει ποικίλες ψυχολογικές και βιολογικές υποθέσεις.
Η κλασική ψυχαναλυτική θεωρία βλέπει την ομοφυλοφιλία σαν μια καθήλωση της ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης. Για τους άντρες πιστεύεται ότι το πρόβλημα είναι αποτέλεσμα εμπειριών της παιδικής ηλικίας με μια πολύ (θα λέγαμε ασφυκτικά) κοντινή, δεσμευτική και σαγηνευτική μητέρα και ένα παθητικό, εχθρικό ή απουσιάζοντα πατέρα. Για τις γυναίκες δεν έχει προταθεί καμιά ξεκάθαρη υπόθεση με κάποιου είδους οικογενειακό σχήμα, αλλά οί παραδοσιακές θεωρίες πιστεύουν ότι η ομοφυλοφιλία μεταξύ των γυναικών είναι αποτέλεσμα άλυτων αναπτυξιακών δυσκολιών. Αυτές οί ψυχαναλυτικές υποθέσεις δεν έχουν επικυρωθεί συστηματικά στην κλινική πράξη της θεραπείας ομοφυλόφιλων αντρών και γυναικών. Και οπωσδήποτε αυτή η έρευνα μειονεκτεί, γιατί το μεγαλύτερο μέρος της έγινε με ομοφυλόφιλους που επισκέφθηκαν ψυχιάτρους για ψυχολογικά προβλήματα και επομένως επηρέασαν το δείγμα προς την κατεύθυνση της ύπαρξης ψυχικών διαταραχών.
Οί γενετικές θεωρίες προσπαθώντας να εξηγήσουν την αιτιολογία της ομοφυλοφιλίας με έρευνες σε διδύμους, έδειξαν ότι υπάρχει υψηλότερου βαθμού συμφωνία για ομοφυλοφιλία σε μονοζυγώτες διδύμους απ' ότι σε διζυγώτες. Υπάρχουν όμως και οί περιπτώσεις όπου ομοφυλοφιλία δεν παρατηρείται και στους δύο μονοζυγώτες διδύμους, ενώ έρευνες που συγκρίνουν διδύμους που μεγάλωσαν μαζί με αυτούς που μεγάλωσαν χωριστά (που θα διαχώριζε γενετικό από περιβαλλοντικό παράγοντα) δεν έχουν γίνει ακόμη. Μέχρι τώρα δεν έχει κατορθωθεί ν' αποδειχθεί ή να αποκλεισθεί το αν ο γενετικός παράγοντας παίζει ρόλο στον ομοφυλοφιλικό προσανατολισμό.
Νευροενδοκρινικές μελέτες. Έρευνες των επιπέδων τεστοστερόνης στο αίμα δεν έδειξαν συστηματικά και σταθερά διαφορές μεταξύ ομοφυλόφιλων και ετεροφυλόφιλων ατόμων. Πιο πρόσφατες έρευνες έχουν εστιασθεί στην υπόθεση ότι διαφορετικά επίπεδα εμβρυϊκών ανδρογόνων στην ενδομήτρια περίοδο του ατόμου πιθανόν να προγραμματίζουν την ανάπτυξη του εμβρύου προς την ετεροφυλόφιλη ή την ομοφυλόφιλη κατεύθυνση. Μέχρι σήμερα, δεν υπάρχουν σαφή συμπεράσματα από αυτές τις έρευνες.
Τελικά, λοιπόν, θα μπορούσε κανείς να πει ότι οί διάφορες θεωρίες, ψυχολογικές και βιολογικές, που προτάθηκαν για την εξήγηση των αιτίων της ομοφυλοφιλίας δεν έχουν αποδειχθεί ακόμη. Είναι πιθανόν ότι τόσο περιβαλλοντικοί, όσο και βιολογικοί παράγοντες παίζουν ρόλο στη γένεση της ομοφυλοφιλίας, όπως βέβαια συντελούν και στη γένεση της ετεροφυλοφιλίας.
Τρόπος ζωής
Μεγάλη δημοσιότητα έχει δοθεί στον τρόπο ζωής των ομοφυλόφιλων, που στερεότυπα υποτίθεται ότι χαρακτηρίζεται από συχνές ανώνυμες σεξουαλικές επαφές χωρίς ιδιαίτερη συναισθηματική εμπλοκή. Τέτοιου είδους στερεότυπες εικόνες πράγματι ταιριάζουν για ορισμένους ομοφυλόφιλους και περισσότερο για άντρες παρά για γυναίκες. Όμως, η συνήθως ανώνυμη σεξουαλική επαφή είναι τυπική για μια μόνο ομάδα ομοφυλόφιλων. Υπάρχουν και αυτοί που έχουν σταθερούς δεσμούς και που τις περισσότερες φορές είναι αφανείς.
Μερικοί κλινικοί αναφέρουν τις περιστασιακές σχέσεις σαν απόδειξη ότι οί ομοφυλόφιλοι και ειδικά οί άντρες δεν μπορούν να διατηρήσουν στενές σχέσεις διαρκείας. 'Άλλοι ισχυρίζονται ότι αυτό συμβαίνει επειδή η κοινωνία δεν παρέχει στους ομοφυλόφιλους κοινωνικά στηρίγματα που θα τους βοηθούσαν να αναπτύξουν σταθερότερες σχέσεις, όπως π.χ. βοηθάει ο γάμος τους ετεροφυλόφιλους. Γενικά, ο κλινικός συζητώντας είτε με ετεροφυλόφιλους είτε με ομοφυλόφιλους ασθενείς δεν θα πρέπει να προαποφασίζει σχετικά με τον τρόπο ζωής ή τη σεξουαλική συμπεριφορά του ατόμου. Καλό είναι να περιμένει τον ασθενή του να του πει εκείνος όλα τα σχετικά με τη ζωή του, αφού καταφέρει να του επικοινωνήσει, όμως, ότι μπορεί να τον ακούσει χωρίς προκαταλήψεις.
Ψυχοπαθολογία
Συνεχίζει ακόμη να υπάρχει σημαντική διαφωνία μέσα στην κοινωνία αλλά και ανάμεσα σ' αυτούς που ασχολούνται με την ψυχική υγεία, σχετικά με το αν η ομοφυλοφιλία είναι ή όχι ψυχική διαταραχή. Αν και ο Freud δεν πίστευε ότι είναι, πολλοί ψυχίατροι μετά από αυτόν θεώρησαν την ομοφυλοφιλία σαν παθολογική. Πρόσφατες μελέτες σε μεγάλο ομοφυλόφιλο και ετεροφυλόφιλο μη νοσηλευόμενο πληθυσμό δεν υποστηρίζουν καθόλου τη θέση ότι η ομοφυλοφιλία σχετίζεται με παθολογικά στοιχεία προσωπικότητας ή με αυξημένη συναισθηματική δυσφορία ή με κοινωνική δυσλειτουργία. Πιστεύεται, λοιπόν, σήμερα ότι το φάσμα της ψυχοπαθολογίας που ανευρίσκεται σε ομοφυλόφιλους είναι τόσο ευρύ, όσο και αυτό που ανευρίσκεται στους ετεροφυλόφιλους.
Θεραπεία
Πολλά είδη θεραπειών έχουν χρησιμοποιηθεί στην προσπάθεια να βοηθήσουμε τα άτομα που θέλουν να αλλάξουν τον ομοφυλοφιλικό τους προσανατολισμό. Ψυχοθεραπεία, ψυχανάλυση και θεραπεία συμπεριφοράς είναι οί πιο συνηθισμένοι τρόποι, όλοι, όμως, είχαν περιορισμένη αποτελεσματικότητα. Ορισμένοι κλινικοί υπολογίζουν ότι το ένα τρίτο των ομοφυλόφιλων αντρών που αρχίζουν θεραπεία με σκοπό την αλλαγή του σεξουαλικού τους προσανατολισμού επιτυγχάνουν ν' αλλάξουν τον προσανατολισμό τους σε ετεροφυλοφιλικό. Άλλοι, όμως, είναι πιο απαισιόδοξοι για την πιθανότητα επίτευξης αλλαγής διαρκείας του σεξουαλικού προσανατολισμού με τη βοήθεια οποιασδήποτε θεραπείας. Για τους άντρες, παράγοντες που φαίνονται να είναι υπέρ της πιθανότητας επίτευξης ετεροφυλοφιλικού προσανατολισμού είναι η ηλικία (κάτω των 35 ετών), κάποια εμπειρία με ετεροφυλόφιλη διέγερση και υψηλός βαθμός κινητοποίησης για αλλαγή. Πολύ λίγα στοιχεία υπάρχουν για ομοφυλόφιλες γυναίκες.
Πολλά ομοφυλόφιλα άτομα που ενοχλούνται από τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό αντιμετωπίζονται με υποστηρικτικές — συμβουλευτικές μεθόδους που δεν στοχεύουν στο να αλλάξουν τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις, αλλά προσπαθούν να βοηθήσουν το άτομο να είναι πιο άνετο με τον ομοφυλοφιλικό τρόπο ζωής ελαττώνοντας την ντροπή, την ενοχή και το άγχος που συνήθως συνυπάρχουν με την ομοφυλοφιλία. Βασικά, με κάθε ομοφυλόφιλο άτομο, ο κλινικός θα πρέπει προσεκτικά να διευκρινίσει τι στο βάθος θέλει και τι μπορεί και κατόπιν να κατευθύνει τη θεραπευτική του προσέγγιση είτε προς την προσπάθεια αλλαγής του ομοφυλόφιλου προσανατολισμού σε ετεροφυλόφιλο ή τουλάχιστον αμφιφυλόφιλο - δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο - ή προς την καλύτερη προσαρμογή στον ομοφυλόφιλο προσανατολισμό.
Όσον αφορά τα προβλήματα που η επιδημία του ΑIDS δημιουργεί σε πολλούς ομοφυλόφιλους και τη θεραπευτική τους αντιμετώπιση, βλέπε παρακάτω στο κεφάλαιο για το ΑIDS.

ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΦΥΛΟΥ
Διαταραχή της Ταυτότητας Φύλου
Το βασικό χαρακτηριστικό της διαταραχής αυτής είναι μια ασυμφωνία ανάμεσα στο φύλο που δηλώθηκε στο πιστοποιητικό γεννήσεως και την ταυτότητα φύλου (ή φυλετική ταυτότητα). Η ταυτότητα φύλου είναι η αίσθηση του σε ποιο φύλο ανήκει κανείς, δηλ. η ενημερότητα ή συνείδηση ότι «είμαι αγόρι» ή «είμαι κορίτσι». Η ταυτότητα φύλου είναι η εσωτερική εμπειρία του φυλετικού ρόλου και ο φυλετικός ρόλος είναι η δημόσια έκφραση της ταυτότητας φύλου.
Διαγνωστικά κριτήρια
Α. Μια έντονη και επίμονη ταυτοποίηση με το άλλο φύλο (όχι απλά επιθυμία για τα οποιαδήποτε πολιτισμικά πλεονεκτήματα θεωρεί ότι έχει σαν άλλο φύλο).
Στα παιδιά, η διαταραχή εκδηλώνεται με τέσσερα (ή περισσότερα) από τα παρακάτω:
(1) επανειλημμένα δηλωμένη επιθυμία να είναι ή επιμονή ότι αυτός ή αυτή ανήκει στο άλλο φύλο
(2) στα αγόρια, προτίμηση για ένδυση με ρούχα του άλλου φύλου ή προσποίηση ότι φορούν γυναικεία ρούχα* στα κορίτσια, επιμονή να φορούν μόνο στερεότυπα ανδρικά ρούχα
(3) έντονη και επίμονη προτίμηση να έχει στο φαντασιακό παιχνίδι ρόλους του άλλου φύλου ή επίμονες φαντασιώσεις ότι ανήκει στο άλλο φύλο
(4) έντονη επιθυμία να συμμετέχει στα στερεότυπα παιχνίδια και τις διασκεδάσεις του άλλου φύλου
(5) έντονη προτίμηση για συμπαίκτες του άλλου φύλου
Στους εφήβους και τους ενηλίκους, η διαταραχή εκδηλώνεται με συμπτώματα όπως η δηλωμένη επιθυμία να ανήκει κάποιος στο άλλο φύλο, το να περνά συχνά σαν άτομο του άλλου φύλου, η επιθυμία να ζήσει ή να αντιμετωπίζεται από τους άλλους σαν άτομο του άλλου φύλου ή η πεποίθηση ότι αυτός ή αυτή έχει τα τυπικά συναισθήματα και τις αντιδράσεις του άλλου φύλου.
Β. Επίμονη δυσφορία με το φύλο του/ της ή αίσθηση ότι δεν ταιριάζει με τον φυλετικό ρόλο αυτού του φύλου.
Στα παιδιά, η διαταραχή εκδηλώνεται με οποιοδήποτε από τα παρακάτω: στα αγόρια, ισχυρισμός ότι το πέος ή οί όρχεις είναι αηδιαστικά ή θα εξαφανιστούν ή ισχυρισμός ότι θα ήταν καλύτερα να μην έχουν πέος ή αποστροφή για το άγριο παιχνίδι και απόρριψη των στερεότυπων αγορίστικων παιχνιδιών, αγώνων και δραστηριοτήτων στα κορίτσια, απόρριψη της ούρησης σε καθιστή θέση, ισχυρισμός ότι έχει ή ότι θα αναπτύξει πέος ή ισχυρισμός ότι δεν θέλει να αναπτύξει στήθος ή να έχει περίοδο ή έντονη αποστροφή για το συνηθισμένο θηλυκό ντύσιμο.
Στους εφήβους και τους ενηλίκους, η διαταραχή εκδηλώνεται με συμπτώματα όπως η έντονη ενασχόληση του ατόμου με το να απαλλαγεί από τα πρωτεύοντα και δευτερεύοντα χαρακτηριστικά του φύλου (π.χ. με αίτημα για λήψη ορμονών, για εγχείρηση ή για άλλες διαδικασίες για να αλλάξει σωματικά τα σεξουαλικά χαρακτηριστικά, ώστε να περάσει ως άλλο φύλο) ή η πεποίθηση ότι αυτός ή αυτή γεννήθηκαν με λάθος φύλο.
Γ. Η διαταραχή δεν συμπίπτει με μια σωματική κατάσταση ενδιάμεσου φύλου.
Δ. Η διαταραχή προκαλεί κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση ή έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας.
Θεραπεία
Αν και δεν είναι σίγουρο ότι τα αποτελέσματα της χειρουργικής αλλαγής φίλου όσον αφορά την κοινωνική και επαγγελματική προσαρμογή του ατόμου είναι καλύτερα από της ψυχοθεραπείας, εντούτοις πολλά άτομα με Διαταραχή της Ταυτότητας Φύλου (δηλ. Τρανσεξουαλισμό) επιμένουν και τελικά κάνουν χειρουργική αλλαγή φύλου.
Το άτομο που θ' αλλάξει από άντρας σε γυναίκα, παίρνει ορμόνες (π.χ. οιστραδιόλη, προγεστερόνη) για ν' αποκτήσει μαστούς και θηλυκό περίγραμμα σώματος, κάνει ηλεκτρόλυση για ν' απαλλαγεί από τις τρίχες και τελικά κάνει χειρουργικές επεμβάσεις για ν' αφαιρεθούν οί όρχεις και το πέος και να κατασκευασθεί κόλπος. Το άτομο που θ' αλλάξει από γυναίκα σε άντρας, υφίσταται μαστεκτομή, υστερεκτομή και ωοθηκεκτομή, παίρνει τεστοστερόνη για ν' αναπτύξει μυϊκή μάζα και να βαθύνει τη φωνή του και μπορεί να προσπαθήσει ν' αποκτήσει χειρουργικά πέος. Οπωσδήποτε, η χειρουργική αλλαγή από άντρα σε γυναίκα είναι επιτυχέστερη, γιατί ακόμα δεν έχει κατασκευασθεί πέος ικανό για στύση και εκσπερμάτωση.
Σε άτομα που δεν ζητούν χειρουργική αλλαγή φύλου, η ψυχοθεραπεία, ατομική ή ομαδική, μπορεί να τα βοηθήσει ν' αποδεχθούν το ανατομικό τους φύλο, να γίνουν ικανά να βιώνουν ευχαρίστηση από τα γεννητικά τους όργανα και να προσαρμοστούν καλύτερα κοινωνικά και επαγγελματικά.
Και σε άτομα, όμως, που έκαναν χειρουργική αλλαγή φύλου, η ψυχοθεραπεία μπορεί να τα βοηθήσει να προσαρμοστούν καλύτερα στον νέο φυλετικό τους ρόλο (ιδιαίτερα αν είχαν έντονα ψυχολογικά προβλήματα πριν την εγχείρηση συνδεόμενα με κάποια διαταραχή προσωπικότητας και που συνεχίζουν και μετά την εγχείρηση).

Διαταραχή της Ταυτότητας Φύλου Μη Προσδιοριζόμενη Αλλιώς
Η κατηγορία αυτή είναι για διαταραχές της ταυτότητας φύλου που δεν μπορούν να ταξινομηθούν ως κάποια συγκεκριμένη Διαταραχή της Ταυτότητας Φύλου.

Παραδείγματα:
1. Καταστάσεις ενδιάμεσου φύλου (π.χ. σύνδρομο μη ευαισθησίας στα ανδρογόνα ή συγγενής υπερπλασία των επινεφριδίων) και συνοδός φυλετική δυσφορία.
2. Παροδική, σχετιζόμενη με στρες συμπεριφορά ένδυσης με ρούχα του αντίθετου φύλου.
3. Επίμονη ενασχόληση με ευνουχισμό ή εκτομή του πέους, χωρίς επιθυμία ν' αποκτήσει τα σεξουαλικά χαρακτηριστικά του άλλου φύλου.

ΠΗΓΗ