Ο φιλόσοφος Αντισθένης συμβούλευε τους Αθηναίους να ανακηρύξουν με την ψήφο τους τα γαϊδούρια σε άλογα. Και όταν του είπαν ότι κάτι τέτοιο είναι έξω από κάθε λογική, ο Αντισθένης παρατήρησησε:
“Μήπως και στρατηγούς δεν αναδεικνύετε άντρες απλώς με την ψήφο σας και χωρίς να έχουν πάρει καμία απολύτως εκπαίδευση;"
Ο Διογένης ζητούσε ελεημοσύνη από ένα άγαλμα. Όταν τον ρώτησαν γιατί κάνει κάτι τέτοιο, απάντησε:
“Εξασκούμαι στο να μην απογοητεύομαι από την αναισθησία των ανθρώπων.”
Ένας μοχθηρός άνθρωπος ήθελε να φυλάξει το σπίτι του από κάθε κακό. Έβαλε στην πόρτα μια επιγραφή που έλεγε:
“Κανένα κακό να μη μπει στο σπίτι αυτό”.
Ο Διογένης διάβασε την επιγραφή και απόρησε:
“Μα ο ιδιοκτήτης του σπιτιού από που θα μπει; “
Ένα φίδι τυλίχθηκε γύρω από το κλειδί μιας πόρτας. Οι μάντεις χαρακτήρισαν το γεγονός θαύμα. Ο Λεωτυχίδης όμως, βασιλιάς της Σπάρτης, θεώρησε αδικαιολόγητο τον χαρακτηρισμό.
“Για μένα θαύμα θα ήταν”, είπε “αν τυλιγόταν το κλειδί γύρω από το φίδι και όχι το φίδι γύρω από το κλείδι”.
Κάποτε ο Διογένης είδε μια γυναίκα να σκύβει πάρα πολύ μπροστά στα αγάλματα των θεών. Θέλοντας να την απαλλάξει από την θρησκοληψία, την πλησίασε και της είπε:
“Μη σκύβεις τόσο πολύ κυρά μου, γιατί κάποτε ο θεός θα σταθεί πίσω σου και θα δει άσχημα πράγματα”.
Ένας πατέρας ζήτησε από τον Αρίστιππο να διδάξει τον γιό του. Ο φιλόσοφος ζήτησε ως αμοιβή 500 δραχμές. Ο πατέρας θεώρησε υπερβολικό το ποσό.
“Με τόσα χρήματα”, είπε,”θα μπορούσα να αγοράσω ένα ζώο”.
“Αγόρασε”, είπε ο Αρίστιππος, “κι έτσι θα έχεις δύο”.
Προσπαθούσε ο Ζήνων ο Ελεάτης να αποδείξει στον Αντισθένη με περίπλοκα και σοφιστικά επιχειρήματα ότι δεν υπάρχει κίνηση. Ο Αντισθένης άρχισε να βαδίζει, ενώ συγχρόνως ρωτούσε τον Ζήνωνα:
“Δεν νομίζεις ότι τα γεγονότα είναι πιο ισχυρά από τα επιχειρήματά σου;”
Όταν είδε ο Διογένης κρατικούς ταμίες να έχουν πιάσει κάποιον που είχε κλέψει ένα μπουκάλι, παρατήρησε:
“Οι μεγάλοι κλέφτες έχουν συλλάβει τον μικρό κλέφτη”
Ρώτησε κάποιος τον Διογένη ποιάς πόλης είναι πολίτης κι αυτός απάντησε:
“Είμαι πολίτης του κόσμου”
Η Ξανθίππη λέει στον Σωκράτη:
“Άδικα σε καταδίκασαν σε θάνατο”
Κι ο Σωκράτης:
“Αλίμονο κι αν η καταδίκη μου ήταν δίκαιη”
Ο Πλάτωνας επέπληξε κάποιον γιατί έπαιζε κύβους. Εκείνος δικαιολογήθηκε:
“Τα ποσά που παίζω στο παιχνίδι είναι ασήμαντα”
Ο Πλάτωνας του παρατήρησε:
“Η συνήθεια όμως να παίζεις δεν είναι καθόλου κάτι ασήμαντο”
Ρώτησαν τον Διογένη:
“Γιατί οι αθλητές είναι αναίσθητοι; “
Ο Διογένης τους έδωσε την εξήγηση:
“Γιατί τα σώματά τους ξαναφτιάχνονται με κρέατα χοιρινά και βοδινά”
Μια μέρα η Ξανθίππη έβαλε τις φωνές στον Σωκράτη και στην συνέχεια άδειασε πάνω του μια λεκάνη νερό. Ο Σωκράτης ατάραχος είπε:
“Η Ξανθίππη κάνει ό,τι και ο Δίας: πρώτα βροντά και ύστερα βρέχει”
(Αρχαία Ελληνικά Ανέκδοτα, Σωκράτης Γκίκας)
ΠΗΓΗ