Ως γνωστόν τα κλασικά αυτόματα κιβώτια χρησιμοποιούν ένα φυγοκεντρικό μηχανισμό· φανταστείτε έναν φυγοκεντρικό συμπλέκτη όπου όσο οι στροφές του κινητήρα ανεβαίνουν τόσο μεγαλύτερος είναι ο βαθμός σύμπλεξης. Όπως αναλυτικά αναφέρεται σε ένα τεχνικό εγχειρίδιο στο αρχείο μου, η αρχή λειτουργίας μπορεί να συσχετιστεί με δύο ηλεκτρικούς ανεμιστήρες που βρίσκονται αντικριστά. Ο ένας ανεμιστήρας είναι αυτός που λαμβάνει ηλεκτρική ενέργεια (σαν τον ΜΕΚ που μεταφέρει την ροπή του).
Ο άλλος είναι παθητικός (ο άξονας μετάδοσης προς το κιβώτιο). Όταν ο ενεργητικός ανεμιστήρας στέλνει ρεύμα αέρος τότε ο αντικριστός παθητικός αρχίζει να περιστρέφεται μέχρι την ίδια ταχύτητα. Έτσι λειτουργεί και ο υδραυλικός συμπλέκτης (ή υδραυλικός μετατροπέας ροπής). Στο κέλυφος υπάρχουν δύο πτερωτές, η μία συνδεδεμένη με τον στροφαλοφόρο και η άλλη με τον άξονα του κιβωτίου. Η βασική διαφορά είναι πως η κίνηση μεταδίδεται με την ροπή (φυγοκεντρική δύναμη) που δημιουργεί η ροή του λαδιού στα πτερύγια.
Ενώ τα αυτόματα κιβώτια πλεονεκτούν στο θέμα της ομαλής μετάδοσης της ροπής (χωρίς ταλαντώσεις και φθορές) μειονεκτούν από πλευράς απόδοσης. Η κίνηση του λαδιού ανάμεσα στις πτερωτές συνεπάγεται χαμένο έργο και απώλειες ενώ δεν ευνοεί την ροπή στρέψης του κινητήρα. Για αυτό ανάμεσα στις δύο πτερωτές τοποθετείται ένας στάτης που μειώνει -ως ένα βαθμό- τον ανώφελο στροβιλισμό του λαδιού στην αντλία και τις απώλειες...