Μια πολύ ύποπτη συμπεριφορά
Μετά από σκόπιμη καθυστέρηση δύο ολόκληρων χρόνων απευθύνθηκε επιτέλους ο πρωθυπουργός στους φυσικούς μας συμμάχους.
Έπρεπε να καταστραφεί η χώρα, να χρεοκοπήσει, να χάσει την αξιοπρέπειά της, να υπογράφει δηλώσεις νομιμοφροσύνης, να ματώσει ολόκληρη η ελληνική κοινωνία, για να στρέψει επιτέλους και αναγκασμένος από τα γεγονότα ο κ. Παπανδρέου το βλέμμα προς τους Ευρωπαίους εταίρους.
Αφού προηγουμένως έκανε το παν για να συκοφαντήσει τη χώρα στα μάτια τους, αφού πέρασε τον καιρό του μιλώντας για ανομία, διαφθορά, γραφειοκρατία, αφού εν ολίγοις έκανε το παν για να αποθαρρύνει όλους αυτούς τους οποίους χθες, κατά το ετήσιο Συνέδριο των Γερμανών Βιομηχάνων, υποχρεώθηκε να εκλιπαρεί για επενδύσεις στην Ελλάδα.
Τίποτε από όλα όσα συμβαίνουν τώρα δεν θα είχε συμβεί, αν από την πρώτη στιγμή η κυβέρνηση είχε αναζητήσει τους οικονομικούς μας συμμάχους στην Ε.Ε.
Έπραξαν το ακριβώς αντίθετο: Επί δύο μαρτυρικά χρόνια παρουσίαζαν τη χώρα μας ως άντρο ρουσφετιού και διαφθοράς – για τα οποία είναι οι κυρίως υπεύθυνοι – προσπαθώντας να… αποφύγουν οποιαδήποτε οικονομική, επενδυτική σχέση με τη Γερμανία.
Αυτή είναι η αλήθεια και τώρα πια δεν γνωρίζουμε αν υπάρχουν περιθώρια για την στροφή στην οποία εκών άκων προχώρησε ο πρωθυπουργός.
Τον χειροκρότησαν χθες, όπως κάνουμε με τα παιδάκια που μετανοούν για μια αταξία, αλλά αυτή η πρωτοφανής δυσφήμηση δεν είναι καθόλου εύκολο να εξαλειφθεί.
Το καρφί βγήκε, η τρύπα έμεινε, λέει ο λαός μας.
«Η βοήθεια προς την Ελλάδα δεν είναι μια επένδυση σε λάθη του παρελθόντος αλλά μία επένδυση σε μελλοντικές κοινές επιτυχίες», είπε χθες στους Γερμανούς βιομηχάνους ο κ. Παπανδρέου (που σημειωτέον πως υπό κανονικές συνθήκες θα βρισκόταν ακόμη στις Ηνωμένες Πολιτείες, λαμβάνοντας μέρος στη Γ.Σ. του ΟΗΕ και ασχολούμενος με το παλαιστινιακό αίτημα για ένταξη στον Οργανισμό).
Σημειώστε ότι παραθέτω εντός παρενθέσεως το παραπάνω σχόλιο για να υπογραμμίσω πως, αν και ήταν γνωστό πότε θα διεξαγόταν το ετήσιο συνέδριο των Γερμανών βιομηχάνων, δεν είχε διαφανεί πρόθεση συμμετοχής της Ελλάδας σε επίπεδο πρωθυπουργού. Ο κ. Παπανδρέου είχε κανονικά πάρει το αεροπλάνο για τη Νέα Υόρκη.
Και όμως. Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας περνάει από την ενεργειακή αυτονομία της Γερμανίας.
Δεν ήταν δα και πολύ δύσκολο να το καταλάβει κανείς. Έβγαινε από τα γεγονότα.
Από την τετράωρη επίσκεψη – αστραπή, τον περασμένο Φεβρουάριο, της Μέρκελ στην Κύπρο, μόλις η Λευκωσία ανακοίνωσε την έναρξη των διαδικασιών εξόρυξης φυσικού αερίου. Τυχαία επισκέφθηκε την Πράσινη Γραμμή η καγκελάριος και τυχαία έδειχνε με αποστροφή προς τα Κατεχόμενα;
Έβγαινε και από την εδώ και μήνες γνωστή απόφαση της Γερμανίας να βάλει λουκέτο σε όλα της τα πυρηνικά εργοστάσια μέχρι το 2020 (μετά την έκρηξη στην Φουκουσίμα) που δημιούργησε μεγάλο άγχος στο εσωτερικό της χώρας.
Η ύπαρξη της γερμανικής βιομηχανίας εξαρτάται από την ενέργεια.
Αν δεν το κατάλαβαν οι δικοί μας, τότε πρέπει να πάνε να κάνουν άλλη δουλειά.
Αλλά επειδή και το κατάλαβαν και έλαβαν τα σχετικά μηνύματα και το γνώριζαν, ο ρόλος τους καθίσταται ακόμη πιο ύποπτος.
Προτίμησαν να υποβάλουν τον λαό σε μια απίστευτη περιπέτεια, να φορολογήσουν ότι περπατάει, πετάει και κολυμπάει, να οδηγήσουν τη χώρα στη χρεοκοπία (κι’ ας λένε ότι προσπαθούν να τη σώσουν), να προκαλέσουν μια ύφεση από την οποία θα χρειαστούμε δεκαετία και βάλε για να βγούμε, προκειμένου να μην έχουν οποιαδήποτε άλλη, πλην δανείων, οικονομική σχέση με την Ευρώπη.
Προφανώς, είχαν τους λόγους τους. Και πρέπει να προστεθεί και αυτό σε μελλοντική δικαστική διερεύνηση της ελληνικής τραγωδίας.
Τι νόημα έχει τώρα να ζητά να πάψει η κριτική σε βάρος της Ελλάδας ο κ. Παπανδρέου; Ο ίδιος, χέρι-χέρι με τον έτερο Καππαδόκη, τον Γ. Παπακωνσταντίνου, δεν την προκάλεσαν αυτήν την απαξιωτική για τη χώρα μας στάση με αναρίθμητες δηλώσεις και συνεντεύξεις;
Και τι ήθελε να πει χθες, όταν έκανε αναφορά στο γεγονός πως «η Ελλάδα δεν είναι φτωχή χώρα, αλλά έχει κακό management»;
Στον καθρέφτη κοιτάχτηκε πάλι; Και πώς γίνεται οι κακοί μάνατζερς να γίνουν ως εκ θαύματος ικανοί να αντιμετωπίσουν την κρίση;
Και επιτέλους, αν έχει η Ελλάδα κακούς μάνατζερς, γιατί να έλθει κάποιος να επενδύσει εδώ; Για να τους βάλει στο κεφάλι του; Για να πληρώνει βαριές φορολογίες; Για να υφίσταται την γραφειοκρατία των υπαλλήλων των «μάνατζερς»; Δεν πάει καλύτερα στη Σερβία να επενδύσει;
Για να μην μιλήσουμε για όλα τα επενδυτικά «θα» του αρμόδιου υπουργού κ. Χρυσοχοΐδη, που από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε το νέο του πόστο μας… απειλεί με επενδυτικά σχέδια και νομοσχέδια.
Τον περασμένο Ιούνιο μας είχε απειλήσει πως κατά τις συζητήσεις του με κοινοτικούς παράγοντες θα υπέβαλλε αίτημα για έκτακτο πρόγραμμα χρηματοδότησης της ανάπτυξης. Είδαμε να εφαρμόζεται τίποτε;
Μιλώντας στο πρώτο ελληνοκινεζικό συνέδριο επιχειρηματικότητας, ο κ. υπουργός υποσχέθηκε ένα «θεσμικό πλαίσιο – επανάσταση», ακόμη και για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, που σκοπό θα είχε την διευκόλυνση της επιχειρηματικής δράσης, με την άρση 70 γραφειοκρατικών εμποδίων.
Νωρίτερα, τον Μάρτιο, μας είχε ανακοινώσει την συγκρότηση ειδικής υπηρεσίας με την επωνυμία «Διεύθυνση Ανάλυσης Συνθηκών Αγοράς και Ανταγωνιστικότητας» που θα ασχολείται με την εποπτεία της αγοράς και θα λειτουργούσε υποστηρικτικά προς την Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Τον περασμένο Αύγουστο συγκροτήθηκε νομοπαρασκευαστική επιτροπή με σκοπό τη σύνταξη νομοσχεδίου για την «Επιχειρηματικά Φιλική Ελλάδα»!
Και δεν ξεχνάμε, βέβαια, όλα εκείνα τα τρομερά και φοβερά περί fast track του Σεπτεμβρίου 2010, που, όπως αποδείχθηκε, ούτε fast ήταν, ούτε track.
Το μόνο «μονοπάτι» που βρήκε η κυβέρνηση, ήταν αυτό της αφαίμαξης του λαού και της χρεοκοπίας.
Δεν δέχομαι ότι όλα αυτά είναι αποτελέσματα ανεπάρκειας και ανικανότητας. Τα θεωρώ ύποπτα από πάσης πλευράς – πολιτικής, γεωπολιτικής, οικονομικής, επενδυτικής και ΔΙΑΠΛΟΚΗΣ!
Δεν μπορούμε να δεχθούμε ότι επί δύο χρόνια δεν βρέθηκε ούτε ένας άνθρωπος να κάνει μια επένδυση στη χώρα, να λάβει μέρος σε μια αποκρατικοποίηση, να φέρει ένα ευρώ στην Ελλάδα.
Τα τελευταία δύο χρόνια στη χώρα έχουν συμβεί πράγματα αρμοδιότητας Ειδικού Δικαστηρίου.
Εκεί θα κληθούν κάποιοι να μας πουν γιατί χρειάστηκαν δύο χρόνια για να απευθυνθούμε στους Γερμανούς βιομήχανους, γιατί δεν έγινε ούτε μία επένδυση στη χώρα, γιατί ακόμη και αυτοί που ήλθαν να επενδύσουν έφυγαν τρέχοντας – μήπως τους ζητήθηκε κάτι;
Και ας αφήσουν τώρα τις μελοδραματικές ομιλίες και συνεντεύξεις Τύπου και τους βαυκαλισμούς περί χειροκροτημάτων.
Γιατί τώρα είναι αργά για την ελληνική οικονομία και την ελληνική κοινωνία.
Άλλωστε, τα βερολινέζικα χειροκροτήματα αναδεικνύουν ακόμη περισσότερο το ύποπτο του πράγματος…